Είμαι δεντρίν ἁκούραστον και πάντα δακρυσμένον’’


Παρατηρώ πως τα τελευταία χρόνια την αρθρογραφία ανοίγω με άρθρα που αφορούν την Χίο, τον αγαπημένο μου τόπο. Όχι, δεν έχει να κάνει τόσο με τοπικιστικά χαρακτηριστικά όσο με συναίσθημα. Βέβαια θα μου πείτε, για να είσαι τοπικιστής σημαίνει πως έχεις συναισθήματα για τον τόπο σου ωστόσο την υπερβολική – αρνητική απόχρωση του τοπικιστή δε θα τη δεχθώ όσο το καθαρό και γάργαρο αίσθημα της αγάπης και το δέσιμο για αυτόν τον τόπο θα κυριαρχεί.
Πριν μερικά χρόνια ήταν το άρθρο «Χίος S.O.S» όπου μιλούσα για τις τεράστιες καταστροφές που προκάλεσε η φωτιά, πέρσι ήταν το άρθρο «Και πού Θεός;» όπου έγραφα για αυτά που έζησα με τους μετανάστες στο νησί. Το φετινό άρθρο δε θα είναι στενάχωρο, ούτε καταγγελτικό όπως τα προαναφερθέντα. Θα είναι βαθιά συναισθηματικό για αυτόν τον μοναδικό τόπο.
Τον Ιούνιο του 2016 εγκαινιάστηκε το Μουσείο Μαστίχας στη Χίο, στα νοτιόχωρα, έξω από το Πυργί, το μεγαλύτερο μαστιχοχώρι εκ των 24 (Λιθί, Βέσσα, Ελάτα, Μεστά, Ολύμποι, Πυργί, Αρμόλια, Καλαμωτή, Πατρικά, Βουνό, Κοινή, Έξω Διδύμα, Μέσα Διδύμα, Νένητα, Φλάτσια, Παγίδα, Καταρράκτης, Μυρμήγκι, Καλλιμασία, Θολόποτάμι, Νεοχώρι, Θυμιανά, Βαβύλοι και Άγιος Γεώργιος). Κτισμένο στην κορυφή ενός λόφου (θέση Ράχη - Τεπέκι) με θέα έναν καταπράσινο κάμπο από μαστιχόδεντρα και λιόδεντρα. Άρτιος χώρος, προσεγμένος, διαδραστικός, σύγχρονος, αγγίζει με λεπτότητα και ευαισθησία την ιστορία, τη σημαντικότητα και τη μοναδικότητα του τόπου και του προϊόντος.


Το δέντρο σχίνος υπάρχει σε όλη τη Μεσόγειο, η μαστίχα όμως παράγεται μόνο στη νότια Χίο. Όποια προσπάθεια κι αν έγινε να καλλιεργηθεί σε άλλο τόπο ακόμα και στην κεντρική και βόρεια Χίο, απέτυχε και αυτό οφείλεται στο μοναδικό κλίμα των Μαστιχοχωρίων. Τα ψηλά δασώδη βουνά της βόρειας Χίου συγκρατούν την υγρασία και εξασθενίζουν τους βοριάδες προικίζοντας τη λοφώδη νότια Χίο με ήπιο χειμώνα, ζεστό και ξηρό καλοκαίρι. Έτσι, η μαστίχα μπορεί και στεγνώσει καθώς αν βραχεί καταστρέφεται. Συχνό είναι το φαινόμενο να βρέχει σε όλο το νησί εκτός από τα Μαστιχοχώρια.

Ο λαός μη μπορώντας να δικαιολογήσει αυτό το θαύμα της φύσης, αυτή τη μοναδικότητα, απέδωσε το φαινόμενο στον Άγιο Ισίδωρο όπου μαρτύρησε στο νησί της Χίου. Η παράδοση λέει πως ο Άγιος καταδιωκόμενος από τους Χριστιανομάχους κρύφτηκε πίσω από ένα σχίνο. Χτυπώντας τον και θανατώνοντάς τον, τραυμάτισαν και το μαστιχόδεντρο όπου άρχισε να «δακρύζει».
Η σχέση ανθρώπου - μαστίχας υπάρχει πολλούς αιώνες πριν. Από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και τον Μεσαίωνα καταγράφεται ακόμα και  η ιατρική της χρήση. Η μαστίχα έχει αντιφλεγμονώδη, αντιμικροβιακή και αντιοξειδωτική δράση, ενώ σημαντική είναι και η δράση της κατά του διαβήτη, στο πεπτικό σύστημα, στη στοματική υγιεινή, στην επούλωση και την ίαση δερματικών παθήσεων. Χρησιμοποιείται για την παρασκευή του Αγίου Μύρου. Οι Οθωμανοί ήταν εκείνοι που άρχισαν να την χρησιμοποιούν στην μαγειρική, τη ζαχαροπλαστική και την ποτοποιία ενώ οι ευρωπαίοι εισαγωγείς την χρησιμοποιούσαν στην κατασκευή καλλυντικών, αρωμάτων και σε θρησκευτικές τελετές.
Κατά τον ιστορικό γεωγράφο Ισίδωρο, οι Σύριοι αποκαλούσαν «Χίο» (chio) τη μαστίχα, ονομασία που της έδωσαν οι Φοίνικες.
Το νησί της Χίου και κατ’επέκταση η μαστίχα έχει βιώσει πολλά ιστορικά γεγονότα και αλλαγές στην διοίκησή της. Η Βυζαντινή κυριαρχία στο Αιγαίο (961), η απόβαση των Βενετών (1171), το πέρασμα στα χέρια των Λατίνων με την Δ’ Σταυροφορία (1204), η κατάληψη του νησιού από τους Γενοβέζους (1346), η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (1453) και η κυριαρχία των Οθωμανών στο νησί (1566), η Σφαγή της Χίου (1822), ο καταστροφικός Σεισμός (1881), οι ελληνοτουρκικοί πόλεμοι και η καταστροφή της Σμύρνης (1919 – 1922), οι Παγκόσμιοι Πόλεμοι (Α’ 1914 – 1918 / Β’ 1940 – 1945) και τέλος η ενσωμάτωση με Ελλάδα (1912), περίοδοι που στιγμάτισαν το γενετικό υλικό του νησιού και των κατοίκων του. Ασφαλώς στην πορεία αυτής της ιστορίας ανάλογες ήταν και οι διακυμάνσεις και ο επηρεασμός της μαστίχας και της μασχιχοπαραγωγής με πολλές των περιπτώσεων το μονοπώλιο της μαστίχας και η τέχνη του μαστιχοπαραγωγού να λαμβάνει προνομίων. Η ιστορική σπουδαιότητα και η μεγάλη βαρύτητα των βιωμάτων του τόπου μοιραία έχει καταγραφεί στο DNA του.
Ατενίζοντας το σχίνο, το στήσιμό του, την παρουσία του, το περιβάλλον του, τη ζωή του, την ιστορία του, την επεξεργασία του, το προϊόν του, θαρρώ πως βλέπω την ιστορία και την πολιτιστική αξία τούτου του τόπου παγκοσμίως. Ένα κορμί μονίμως πληγωμένο που από το δάκρυ του πηγάζει δύναμη και η φήμη του φτάνει από άκρη ως άκρη. Ένας τέλειος καθρεπτισμός.


Το 2014 η UNESCO αναγνωρίζει ότι οι μαστιχοπαραγωγοί ασκούν μια ιδιαίτερη πολιτισμική δραστηριότητα. Η καλλιέργεια και η εξαγωγή της μεταβιβάζεται προφορικά και εμπειρικά από γενιά σε γενιά αυτοπροσδιορίζοντάς τους στον λαϊκό πολιτισμό. Η τεχνογνωσία της μαστιχοκαλλιέργειας είναι καταγεγραμμένη από την UNESCO στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (το σύνολο των πρακτικών γνώσεων, τεχνικών και εκφράσεων, εργαλείων, αντικειμένων, χειροτεχνιμάτων αλλά και χώρων που συνδέονται με αυτό) της Ανθρωπότητας.
Το 2015 η μαστίχα αναγνωρίζεται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (European Medicine Agency - Ε.Μ.Α) ως φυσικό φάρμακο με δύο θεραπευτικές ενδείξεις: α) για δυσπεπτικά προβλήματα και β) για την επούλωση δερματικών πληγών.
Μπαίνοντας στο μουσείο μεταφέρεσαι σε μια άλλη διάσταση. Οι μυρωδιές αυθεντικές της μυριανθισμένης χιώτικης γης με κυρίαρχη τη μυρωδιά του σχίνου, του χώματος και φυσικά της μαστίχας. Ένα σχινιάτικο τραγούδι από γριές ηχεί στα αφτιά σου καθ’όλη τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού στο χρόνο. Μια μελωδία τόσο μελαγχολική και συνάμα τόσο γλυκιά. Και απέναντι στο τοίχο ένα στίχος, μια ολάκαιρη ιστορία. Πώς μπορείς με τρεις λέξεις να περιγράψεις τόσο τέλεια μια ιστορία, αιώνες, συναισθήματα; «Είμαι δεντρίν ἁκούραστον και πάντα δακρυσμένον». Η ιστορία της Χίου μέσα στα μάτια μου, η ιστορία ενός πυξαριού, τα μάτια του παππού και της γιαγιάς μου.


Ταξίδεψα χρόνια πίσω, 15 ίσως και περισσότερα. Την ώρα που γύριζα από τα βραδινά-πρωινά ξεφαντώματα με την παρέα τους θερινούς μήνες, ο παππούς και η γιαγιά ετοιμαζόντουσαν να πάνε «έξω». Έτσι λέγαν τη δουλειά στα χωράφια. «Για δε…βρε ήντα ώρα είναι ευτή πάλι»; Η γιαγιά πάντοτε πιο αντιδραστική. «Αντί να έρτεις να βοηθήσεις τον πάππου σου πας ολοΐσα να πέσεις». «Γιαγιά εγώ εδώ κάνω διακοπές, καληνύχτα». Παίρναν ένα μικρό κολατσό μαζί ή πίναν έναν γάλα (ο παππούς γιατί η γιαγιά ούτε να το δει) και βγαίναν στην πίσω αυλή όπου είχαν εκεί όλα τους τα σύνεργα. Ο παππούς θα έβαζε το μπλου – τζιν με τις κολλημένες μαστίχες, το χώμα και το έντονο άρωμά της, θα φόραγε το πουκάμισο της εργασίας, την καρό μαντίλα που πάντα ζήλευα, θα φόρτωνε στην πλάτη τον ντορβά με τα απαραίτητα σύνεργα (πάντα το γυάλινο μπουκάλι με το νερό, το κεντητήρι, το κλαδευτήρι και ότι άλλο χρειαζόταν για να κάμει ανάλογα τη δουλειά). Πρώτα θα καθάριζε και θα φροκάλιζε τα πυξάρια από χώματα και φύλλα. Μετά θα χωμάτιζε απλώνοντας αυτό το λευκό «σεντόνι» από χώμα στην απλωσιά κάτω από το δεντρί. Έπειτα θα κεντούσε τρία και τέσσερα χέρια το κάθε δεντρί και μετά από μέρες θα πήγαινε να πιτολοήσει*. Συχνά τον ακολουθούσε και η γιαγιά όμως τις μέρες που τους επισκεπτόμαστε συνήθως καθόταν σπίτι για να μας φροντίζει. Εκείνη αναλάμβανε το κοσκίνισμα του μαστιχιού, το καθάρισμα, το πάστρεμα και το πλύσιμο. Πόσο δύσκολο, πόσο υπομονή. Με τα μεγάλα της μαύρα γυαλιά, σα ματομπούκαλα, πάντα θολά και σκονισμένα καθάριζε ώρες δάκρυ, δάκρυ κιλά μαστίχι. Με το μαχαιράκι της ή την καρφίτσα έβγαζε κάθε πετρούλα ή σκουπιδάκι που είχε παραμείνει. Θυμάμαι τα τελαράκια που έφερνε ο παππούς και τα καλόθεκε η γιαγιά. Όλο το σπίτι μύριζε μαστίχα. Κι όταν ήταν να μαζέψει καμιά καλή πίτα το έλεγε με το γλυκό του χαμόγελο: «Για δε Μαρία πόσες πίτες από τα Ασπρόγια. Αυτό το χωράφι…» ή «Δεν τρέχει μαστιχάκι εφέτο από του Νησιώτη». Κι όποτε έλεγαν για βροχές με μια αξιοζήλευτη εγκράτεια αναλογιζόταν τον κόπο του που ίσως πήγαινε χαμένος. Τα Ασπρόγια, το Πλουμάρι, ο Νησιώτης, η Ερινά, τα Δόματα, η Λιβαόμαζα, τα Μαλλά, η Σκάλα, το Σταυρί, ο Βαρδαλάχος, η Βρουλιά και άλλα ήταν οι τόποι τους, ο κόσμος τους όλος. Η καθημερινή τους έννοια, η αγωνιά, το ψωμί τους.
Θυμάμαι ακόμα πιο μικρός μου είχε ζητήσει να πάω ένα πρωινό μαζί του για να δω τη δουλειά. Εγώ περισσότερο είχα δεχτεί για να φορέσω τη μαντήλα στο κεφάλι και να «παίξω» με τα εργαλεία. Θυμάμαι είχαμε πάει στο αγαπημένο του χωράφι, τα Ασπρόγια και ήταν η εποχή του φροκαλίσματος. Στο δρόμο μου έλεγε: «Να έρχεσαι στα χωράφια να τα μαθαίνεις γιατί σαν πεθάνω εγώ τι θα απογίνουν; Να έρχεσαι να μαθαίνεις τη δουλειά να κάμεις και εσύ μαξούλι**». Εκείνο το πρωί κάθε άλλο παρά τον βοήθησα καθώς από τη μία η νύστα από την άλλη η κοπιαστική δουλειά με έκανε να καταλάβω πως δεν ήταν για εμάς τους «Αθηναίους» αυτά. Όμως τα λόγια του παππού είναι μόνιμα χαραγμένα μέσα μου και σήμερα καταλαβαίνω αυτή του την αγωνία.
Στις μέρες μας ολοένα και λιγότεροι ντόπιοι ασχολούνται με την παραγωγή της μαστίχας. Οι πρόσφατες πυρκαγιές έχουν ξεκληρίσει χωριά ολόκληρα και οικογένειες. Δεκάδες τόποι μένουν χέρσοι καθώς οι νέοι δεν ασχολούνται πια ή δε τους συμφέρει οικονομικά αυτή η πραγματικά σκληρή και κοπιαστική δουλειά. Κάποιοι για να κερδίζουν λιγοστά χρήματα αλλά και να μην «κάθεται» το χωράφι τους προτιμούν να δίνουν τα δέντρα τους να τους τα δουλεύουν οικογένειες οικονομικών μεταναστών όπου πλέον κατοικούν στα χωριά.


Εκφράζοντας μια προσωπική άποψη, ίσως λίγο ρομαντική και πιθανόν εσφαλμένη, θεωρώ πως όσο καλός εργάτης κι αν είναι κάποιος, το DNA της πολιτιστικής κληρονομιάς, της έμφυτης αγάπης και του σεβασμού προς το Άγιο δέντρο και το προϊόν του, είναι δύσκολο να την αποκτήσεις. Για αυτό και πρέπει να δοθούν μεγάλα κίνητρα στους νέους Χιώτες να επιστρέψουν στην μαστιχοπαραγωγή και να συνεχίσουν την παράδοση των προγόνων τους.
Φέτος ζήτησα από τη μητέρα μου να με πάει να δω αυτούς τους τόπους. Μετά από τόσα χρόνια και ήταν σαν οι παππούδες μου να ήταν εκεί. Σίγουρα ήταν εκεί. Ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής τους εκεί. Είναι κομμάτι της ιστορίας αυτού το τόπου.
Επισκεφτείτε το νησί μου και μη χάσετε την ευκαιρία να επισκεφτείτε το νέο Μουσείο Μαστίχας.

* Για τη δημιουργία του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες που είναι αναρτημένες στο Μουσείο Μαστίχας.

Λεξιλόγιο

*πιτολοώ = μαζεύω τις πλάκες που σχηματίζονται από το μαστίχι που στάζει
**μαξούλι= το μαστίχι




Δεπάστας Χαράλαμπος

Κοινωνικός Λειτουργός
MSc "Επαγγελματικής και Περιβαλλοντικής Υγείας - 
Διαχείρισης και Οικονομικής Αποτίμησης"
Επικοινωνία: anisihesmeres@gmail.com
Blog: 
http://depastascharalampos.blogspot.gr/
Like us on Facebook:
Ανήσυχες Μέρες (Page)
Follow us on Twitter: Depastas Charalampos
@Ch_Depastas


Σχόλια