Ξενιτεμένο μου πουλί (Συνέντευξη)


Μια τεράστια εσωτερική ανάγκη που έχει γεννηθεί τα χρόνια της οικονομικής κρίσεως της χώρας μας με οδήγησε να πραγματοποιήσω συνέντευξη με θέμα τη μετανάστευση των νέων. Όσα έβλεπα, όσα παρατηρούσα, όσα άκουγα, όσα βίωνα, όσα ένιωθα και σκεφτόμουν. Την Ιωάννα την είχα γνωρίσει πριν περίπου πέντε χρόνια. Χαθήκαμε πολύ γρήγορα όμως, η δύναμη των social media να μικραίνουν τις αποστάσεις και να ενημερώνεσαι για τη ζωή των άλλων μας κράταγε ενήμερους.
Ήξερα για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε εδώ, όμως όταν βλέπεις μια τέτοια μεγάλη απόφαση, μια τόσο μεγάλη αλλαγή ξαφνικά, πέφτει σαν κεραυνός εν αιθρία. Της ζήτησα και δέχθηκε με μεγάλη χαρά να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη. Μάλιστα συμφωνήσαμε πως θα ήταν προτιμότερο η συνέντευξη να γίνει μόλις ερχόταν στην Ελλάδα κι όχι μέσω Skype. Θα ήταν μια καλή ευκαιρία να ξαναβλεπόμασταν και δια ζώσης μετά από χρόνια.
 Όσο προετοίμαζα την συνέντευξη, τι ερωτήσεις θα της έκανα, ένα στιχάκι έβγαινε συνεχώς από τα χείλη μου: «Ξενιτεμένο μου πουλί εκεί στα ξένα που σαι…» και μια μουσική με συντρόφευε, μια γλυκιά νοσταλγική μελωδία που με έκανε να φωτογραφίζω στιγμές και να αισθάνομαι όλους εκείνους που έφυγαν.


Ακούστε το κι εσείς και διαβάστε τα πολύ σημαντικά λόγια που μου είπε η Ιωάννα.

Αν.Με:  Μίλησέ μας λίγο για σένα. Την ηλικία σου, τις σπουδές σου, τη ζωή σου, τα όνειρά σου.
Ι.Β: Με λένε Ιωάννα. Είμαι 26 ετών και σπούδασα Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Τ.Ε.Ι Πειραιά. Αποφοίτησα το 2013 ολοκληρώνοντας πρώτα την πρακτική μου και την πτυχιακή μου. Το Δεκέμβριο εκείνου του έτους έφυγα για την Ελβετία. Μέχρι τότε δε μπορώ να πω ότι είχα ιδιαίτερα όνειρα για τη ζωή μου, απλά είχα νιώσει την ανάγκη να κάνω κάτι διαφορετικό. Μου δόθηκε η ευκαιρία, έφυγα στο εξωτερικό και εκεί ουσιαστικά άρχισα να κάνω όνειρα για τη ζωή μου. Το όνειρό μου σήμερα είναι να κάνω κάτι που θα με κάνει να νιώθω ολοκληρωμένη, ανεξάρτητη, καλά με τον εαυτό μου και τους ανθρώπους γύρω μου.

Αν.Με: Τι σε έκανε να φύγεις;
Ι.Β: Η απόφασή μου να φύγω από την Ελλάδα ήταν ένας συνδυασμός πραγμάτων. Αρχικά η οικονομική κρίση, έπρεπε να κάνω δουλειές που δε με ευχαριστούσαν. Έβλεπα εκμετάλλευση και γινόντουσαν γύρω μου πράγματα που δε μπορούσα να τα αντιμετωπίσω. Όσο σπούδαζα ήθελα να δουλεύω. Το 2007-2008 όταν άρχισα να σπουδάζω ξεκινούσε και η κρίση στην Ελλάδα. Εργάστηκα σε ένα τεχνικό γραφείο. Εκεί μετά από λίγους μήνες δέχθηκα σεξουαλική παρενόχληση. Την περίοδο της κρίσης πολλοί προσπάθησαν να το εκμεταλλευτούν αυτό. Επειδή είχα ανάγκη θεώρησαν πως εγώ θα υποκύψω. Φοβήθηκα πάρα πολύ και παραιτήθηκα. Μετά δούλεψα σε μια καφετέρια. Εκεί επειδή είμαι εμφανίσιμη επέμεναν να με βάλουν να δουλέψω ως barwoman και όχι service που θα ήταν πιο εύκολο να δουλέψω. Με βοήθησαν και με στήριξαν όμως ήταν κάτι άγνωστο για μένα και  δε μπόρεσα να το κάνω για πολύ καιρό. Δούλευα βράδυ και σίγουρα αυτό δεν ήταν ότι καλύτερο. Δεν ήθελα να κάνω μια τέτοια δουλειά. Μετά δούλεψα σε ένα φούρνο. Εκεί δούλευα πολλές ώρες (05:00 – 17:00) χωρίς διάλλειμα και σεβασμό στον εργαζόμενο. Για παράδειγμα μας υποχρέωναν να κατεβαίνουμε στο υπόγειο και να καθαρίζουμε ποντικοκούραδα και μετά να ανεβαίνουμε να πουλάμε ψωμί. Άσχημες συνθήκες, κανένας σεβασμός αν και τα χρήματα ήταν σχετικά καλά. Έχω δουλέψει ακόμα ως γραμματέας, σε πρακτορείο ΠΡΟ-ΠΟ, σε μίνι – μάρκετ. Όλο αυτό σε συνδυασμό ότι μεγάλωνα και ότι η κατάσταση στην Ελλάδα όλο και χειροτέρευε με οδήγησαν να σκεφτώ να φύγω. Επίσης υπήρχαν και κάποια σοβαρά οικογενειακά προβλήματα που με έκαναν να σκεφτώ πως αν πετύχω στο εξωτερικό ίσως θα μπορούσα να βοηθήσω την οικογένειά μου εδώ.  Οι νονοί μου ζουν στην Ελβετία. Έτσι με κάλεσαν να πάω για ένα - δυο μήνες να δω πως είναι η ζωή εκεί, να ξεκινήσω να μαθαίνω γερμανικά και αν μου ταίριαζε η ζωή να προσπαθούσα να βρω δουλειά. Με αυτή τη λογική έφυγα, αυτό ήταν το αρχικό σχέδιο, να φύγω τρεις μήνες. Και αυτοί οι τρεις μήνες έχουν γίνει δύο χρόνια.

Αν.Με: Θες να μου περιγράψεις τη στιγμή που μπαίνεις στο Ελ. Βενιζέλος;
Ι.Β: Ήταν μια πολύ έντονη στιγμή που νομίζω δε θα την ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Στο μυαλό μου ήταν ότι έφευγα απλά για τρεις μήνες αν και κάτι μέσα μου έλεγε ότι μπορεί να ήταν και αλλιώς. Όμως η μητέρα μου το ήξερε. Και μου το είπε και μετά και μου το λέει και τώρα. Μου έλεγε πως μέσα της κάτι έλεγε πως οι τρεις μήνες τελικά θα ήταν πολύ παραπάνω. Τη θυμάμαι πάντα αυτή τη στιγμή, να περπατάω και να φεύγω μακριά από τους δικούς μου με το σάκο στο χέρι και να με κοιτάνε και οι δύο από μακρυά…ήταν πολύ έντονη στιγμή. Ανάμεικτα συναισθήματα. Μου έμεινε αυτή η στιγμή αλλά νομίζω πιο πολύ έμεινε στους γονείς μου.

Αν.Με: Πως σε υποδέχθηκαν και πως σε αντιμετώπισαν.
Ι.Β: Στην αρχή δεν είχα πολλές επαφές με τους ανθρώπους αφού δε δούλευα. Το σχολείο για τους αλλοδαπούς το ξεκίνησα μετά από λίγο καιρό, συναναστρεφόμουν ουσιαστικά με ανθρώπους στην ίδια φάση με εμένα. Ανθρώπους που είχαν αφήσει τα σπίτια του. Οπότε η αντιμετώπιση ήταν θετική. Με τους ντόπιους, τους Ελβετούς δηλαδή, επειδή δεν ήξερα τη γλώσσα τους αρκούμουν να τους χαμογελώ και να μου χαμογελάνε. Αυτή ήταν η επικοινωνία μου και θα έλεγα ότι ήταν θετικοί. Κι όταν άρχισα να μαθαίνω τη γλώσσα τους και να μιλάμε ήταν πάλι θετικοί. Είναι ευγενικοί άνθρωποι γιατί το σύστημα τους το απαιτεί όμως γενικά είναι κρύοι άνθρωποι. Ακόμα κι όταν περπατάς στο δρόμο απαιτείται να σε χαιρετήσουν όμως δε μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι το νιώθουν κιόλας. Εμείς που είμαστε από τις μεσογειακές χώρες αντιλαμβανόμαστε ποιός το νιώθει και ποιός όχι. Έχω μόνο θετικά να πω πάντως.


“Ήμουν από τους ευνοημένους που έφυγαν στο εξωτερικό. Ξέρω παιδιά που έφυγαν με μια βαλίτσα και λίγα χρήματα για το άγνωστο. Εγώ δεν ήμουν έτσι. Πήγα σε ανθρώπους που με αγαπούσαν. Δε πείνασα, δε κρύωσα, δεν ήμουν μόνη. Μου έλειπαν μόνο ο πατέρα μου, η μητέρα μου και οι αδερφές μου. Τους νονούς μου τους αποκαλώ «φύλακες – άγγελοί μου» γιατί χωρίς να έχουν καμία υποχρέωση απέναντί μου μου έδωσαν όση αγάπη είχαν μέσα στην καρδιά τους. Έμεινα ενάμιση χρόνο μαζί τους. Ήταν δύσκολο στο τέλος γιατί είχα την ανάγκη να έχω το δικό μου χώρο. Ακόμα και τώρα όμως όποτε τους επισκέπτομαι αισθάνομαι ότι πάω στο σπίτι μου”.


Αν.Με: Μίλησέ μας για τη ζωή σου εκεί.
Ι.Β: Θα ξυπνήσω στις 06:00. Στις 07:30 φεύγει το τρένο μου. Απολαμβάνω την φανταστική διαδρομή. Ηρεμώ, χαλαρώνω, αδειάζει το μυαλό μου. Υπέροχα τοπία. Φτάνοντας στη Ζυρίχη θα πάω στο γραφείο, υπάρχει ένα πολύ καλό περιβάλλον εκεί που δουλεύω. Σχολάω περίπου στις 18:00 και μετά στο σπίτι μου αρέσει να μαγειρεύω. Έχω συγκάτοικο, είναι μισός Γάλλος, μισός Πορτογάλος αλλά οι ώρες μας δε συμπίπτουν ιδιαίτερα. Μένω κοντά στην λίμνη οπότε ότι ώρα και να γυρίσω πηγαίνω στην λίμνη για τρέξιμο. Τα Σαββατοκύριακά μου θα δω φίλους, θα πάω για ψώνια, θα δω ταινίες στο σπίτι. Τώρα χτίζω την καθημερινότητά μου και μπορώ να την φτιάξω όπως μου αρέσει, όπως θέλω εγώ να είναι. Αν δεν έχεις την οικονομική δυνατότητα αυτό δε μπορείς να το κάνεις, μπαίνει σε δεύτερη μοίρα το πώς θα ήθελες να ζεις. Η δουλειά μου με έχει βοηθήσει πολύ οικονομικά. Παρότι κάνω πρακτική μπορώ να ζω καλά. Δουλεύω, είμαι ενεργός άνθρωπος και αυτό μου δίνει περισσότερη ενέργεια και αυτοπεποίθηση. Μετά από δύο χρόνια που βρίσκομαι εκεί νομίζω πως η ζωή μου βρίσκεται πιο κοντά στο σημείο που ήθελα από όταν πήγα. Έχω μια δουλειά σε οίκο μόδας (λογιστικά – παραγγελίες - οργάνωση collection), έχω την ανεξαρτησία μου. Δυστυχώς είναι η πρακτική μου που τελειώνει όμως σε ενάμιση μήνα (έκανα μια σχολή για τη Γερμανική γλώσσα που ήταν πολύ ακριβή και τώρα κάνω την πρακτική). Παρόλα αυτά προσπαθώ να το ευχαριστιέμαι όσο μπορώ. Δουλεύω στη Ζυρίχη, ζω όμως στην Λουκέρνη. Δε με πειράζει καθόλου που πρέπει να ταξιδεύω σχεδόν δύο ώρες καθημερινά με το τρένο για να πάω στη δουλειά μου και να γυρίσω μετά στο σπίτι μου. Μη σας φαίνεται παράξενο. Πολύς κόσμος το κάνει αυτό γιατί η Λουκέρνη είναι ένας επίγειος παράδεισος. Βουνά, λίμνες, είναι τόσο όμορφη. Το να ζήσω στη Ζυρίχη που είναι σαν μια μικρή τσιμεντούπολη (σε μικρότερο βαθμό βέβαια από την Αθήνα) δε μου έλεγε κάτι. Ήθελα να κάνω κάτι διαφορετικό. Να είμαι πιο κοντά στη φύση, όχι μέσα σε ένα κουτί. Απολαμβάνω τη ζωή μου. Απολαμβάνω την κάθε στιγμή γιατί εκτός του ότι μπορεί να είναι οι τελευταίοι μου μήνες στην Ελβετία, τώρα, μετά από δύο χρόνια, είμαι σε θέση να αντιληφθώ πως θέλω να ζήσω. Χρειάζεται πολύ χρόνο να εγκλιματιστείς σε ένα τόσο διαφορετικό περιβάλλον, σε μια τόσο διαφορετική νοοτροπία και standards. Αν δεν είσαι κατασταλαγμένος μέσα σου παθαίνεις σύγχυση. Πιο πολύ με επηρέασε η προσαρμογή μου στον νέο τρόπο σκέψης, τη νέα κουλτούρα παρά το ότι δεν έβρισκα σταθερή δουλειά. Υπήρχε πολύ ανταγωνισμός. Δεν ήξερα αν άξιζε να μείνω ή να φύγω. Έπρεπε να αποφασίσω αν θα είμαι fighter ή survivor. Αποφάσισα να το παλέψω μέχρι τέλους. Δέθηκα πολύ και φαντάστηκα να ζω τη ζωή μου εκεί και αυτό κάνω. Το ζω. 

Αν.Με: Πολλοί σκέφτονται πως θα φύγουν από τη δύσκολη ζωή της Ελλάδας και έξω ο δρόμος θα είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Είναι όντως έτσι;

Ι.Β: Αυτό είναι τελείως υποκειμενικό. Υπάρχουν δύο ειδών κατηγορίες μεταναστών. Αυτοί που φεύγουν και υποστηρίζονται οικονομικά από τις οικογένειές τους, βρίσκουν στρωμένες δουλειές ή καταστάσεις και είναι και η άλλη κατηγορία, όπως εγώ, που έφυγα στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα και με 500 ευρώ στην τσέπη. Είναι λάθος να πιστεύεις πως είναι εύκολα. Είναι ζούγκλα. Ο ανταγωνισμός είναι απίστευτος. Ο θάνατός σου η ζωή μου. Υπάρχουν άλλοι 20.000 άνθρωποι που πιθανόν έχουν περισσότερα προσόντα από σένα και συνεχώς πρέπει να το κυνηγάς. Όμως δεν είναι μόνο το επαγγελματικό. Είναι και ο ψυχολογικός παράγοντας. Δεν είναι το ίδιο να δουλεύεις στην Ελλάδα και το ίδιο στην Ελβετία. Έχεις να αντιμετωπίσεις κάτι άγνωστο και χρειάζεται σε αυτό το άγνωστο να επιβιώσεις, να προσαρμοστείς, να παραμείνεις. Είναι πολύ λάθος να πιστεύεις ότι πηγαίνοντας σε μια ξένη χώρα που λειτουργεί καλύτερα από τη δική σου ότι η ζωή σου θα είναι τέλεια. Θα «πέσεις» περισσότερες φορές, θα «χτυπήσεις» και θα πονέσεις περισσότερο όμως πρέπει να βρεις αυτή την εσωτερική δύναμη για να αντιμετωπίσεις αυτούς τους δαίμονες που θα βρεθούν στο δρόμο σου. Παντού υπάρχουν κακοί και πονηροί άνθρωποι. Πάντα θα υπάρχει κάτι που δεν έχεις δει ποτέ. Τίποτα δεν είναι εύκολο.

Αν.Με: Πως είναι τα βράδια που πέφτεις στο κρεβάτι και το μυαλό σου ταξιδεύει;
Ι.Β: Έχω περάσει πολύ δύσκολα βράδια. Πολύ δύσκολα… Με το μυαλό μου να ταξιδεύει, να πέφτει σε τοίχους, να χάνεται, να μη μπαίνει σε σειρά. Όποτε ήθελα την ηρεμία πήγαινε εκεί που υπάρχει ασφάλεια και αγάπη. Στην πατρίδα μου, στη μαμά, στον μπαμπά, στις αδερφές μου. Οι σκέψεις σου διαμορφώνονται ανάλογα με την ψυχολογική κατάσταση που είσαι. Προσπαθώ να εστιάζω στους στόχους μου και στα επόμενα βήματά μου, σε αυτά που θα με κάνουν ευτυχισμένη. Δε χωράνε πολύ συναισθηματισμοί γιατί αυτό θα με πάει πίσω σε όλα τα επίπεδα. Άρα προσπαθώ να σκέφτομαι μόνο θετικά πράματα.

Αν.Με: Ουσιαστικά μιας που είσαι και εσύ μετανάστης, θέλω το σχόλιό σου για αυτά που γίνονται με τους μετανάστες στην Ελλάδα. Εκμετάλλευση, εξαθλίωση, ρατσισμός, ανισότητα.

Ι.Β: Το ότι έφυγα από την Ελλάδα δε σημαίνει κάτι. Αντιμετωπίζω το θέμα με τον ίδιο τρόπο. Το μόνο ίσως κοινό που μπορώ να βρω με αυτούς τους ανθρώπους είναι η νοσταλγία για την πατρίδα. Υπάρχουν πολλά είδη μεταναστών. είναι διαφορετικές περιπτώσεις για αυτό δε μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Αυτό που θα περίμενα από χώρες όπως η Ελβετία ή άλλες προηγμένες χώρες, με πιο μορφωμένους ανθρώπους είναι να μην είναι τόσο ρατσιστές. Σε πληροφορώ πως είναι πολύ ρατσιστές. Εκεί έχει πολλούς Αλβανούς, Γιουγκοσλάβους, τώρα Σύριους, γενικά δεν έχει Ασιάτες. Απλά το σύστημά τους δε τους επιτρέπει να τους συμπεριφέρεται άσχημα. Το σύστημά τους προστατεύει τους μετανάστες. Τους δίνει άσυλο, εκπαίδευση, εργασία των δυνατοτήτων τους, δε θα τους δεις στο δρόμο ή να πεινάνε. Δε τους αποδέχονται όμως τους σέβονται. Στην Ελλάδα ούτε τους σέβονται ούτε τους αποδέχονται. Βλέπω, τους έχουν ρίξει σε καταβολισμούς μέσα όπως στο Ελληνικό που είδα πριν συναντηθούμε.

Αν.Με: Για τη μεταναστευτική πολιτική της Ευρώπης και αυτά που γίνονται σε Μεσόγειο και Αιγαίο;
Ι.Β: Είμαι λίγο διχασμένη. Από τη μια κατανοώ τις μεγάλες χώρες που θέλουν να προστατεύσουν τους πολίτες και τις κοινωνίες τους από τους ξένους. Από την άλλη νιώθω ότι χάνουμε την ανθρωπιά μας, την ουσία του να είσαι άνθρωπος. Βάζουμε άλλα ιδανικά πάνω από το να είμαστε άνθρωποι. Πρέπει να στηρίξουμε ο ένας τον άλλο, να είμαστε ο ένας δίπλα στον άλλο. Βλέπω σε χώρες αλλά και στην ίδια την Ελβετία πριν λίγο καιρό είχε γίνει ένα δημοψήφισμα για το αν θα κλείσουν τα σύνορα (το λέω πολύ γενικά) και ψήφισαν ναι. Ο κόσμος νιώθει απειλημένος και δικαιολογημένα σε κάποιο βαθμό .Όμως δε ξέρω κάποιον που να θέλει να φύγει από την πατρίδα του. Αναγκάζονται να το κάνουν, δε γίνεται για χαβαλέ. Όταν δε βοηθάς κάποιον στην ανάγκη του είναι απάνθρωπο. Αυτό γίνεται στις περισσότερες χώρες. Είμαι διχασμένη, είναι πολύπλοκο το θέμα. Δε θα βρεθεί λύση και επειδή απογοητεύομαι και στεναχωριέμαι προτιμώ να μην ενημερώνομαι γιατί ξέρω πως δύσκολα θα αλλάξει κάτι. Προτιμώ να κάνω ότι θεωρώ εγώ καλό πέρα από πολιτικές και συστήματα. Δεν υποστηρίζω κανένα είδος μεταναστευτικής πολιτικής και αυτό νομίζω είναι γενικό φαινόμενο στα άτομα της ηλικίας μου.

Αν.Με: Στο τέλος τι μένει; Τι επικρατεί; Η ανάγκη για μια αξιοπρεπής ζωή ή τα συναισθήματα, τα πρόσωπα και οι αναμνήσεις που αφήνεις πίσω;

Ι.Β: Στο τέλος μένει η αγάπη και ο σεβασμός για τη ζωή. Στην αρχή φεύγοντας από την Ελλάδα ένιωθα ενοχές. Ότι για χάρη μιας καλύτερης οικονομικά ζωής ποδοπατούσα αναμνήσεις, οικογένεια, φίλους, πατρίδα. Ότι το έβαλα στα πόδια. Ένιωθα δειλή. Μετά από δύο χρόνια και πολύ σκέψη αυτό που μένει είναι ότι πρέπει να βρεις αυτό που θα σε κάνει να έχεις αγάπη μέσα σου και ότι σέβεσαι τη ζωή σου. Δε θα έκανα ποτέ κάτι μόνο για τα λεφτά.  Μόνο σε ακραίες καταστάσεις φυσικά. Εγώ δε το έκανα αυτό. Ήταν μια εσωτερική ανάγκη πέρα από την οικονομική κρίση. Ότι και να κάνω στη ζωή μου θα είναι για να με γεμίσει και για να βελτιώνω τη ζωή μου. Μόνο εσύ ξέρεις την αλήθεια. Τα συναισθήματά σου και τις ανάγκες σου. Αυτό που κατάλαβα είναι ότι αξιοπρεπής ζωή κάνεις εκεί που νιώθεις καλά ανεξαρτήτου οικονομικών απολαβών.

Αν.Με: Τι συμβουλή θα έδινες σε αυτούς που σκέφτονται να φύγουν στο εξωτερικό;

Ι.Β: Πριν πάρει κάποιος την απόφαση να πάει στο εξωτερικό πρέπει να είναι 100% σίγουρος για την απόφασή του. Θα πρέπει να τα έχει καλά με τον εαυτό του, να ξέρει τις αντοχές και τα όριά του. Κάποιον που βρίσκεται σε μια σύγχυση δε θα τον συμβούλευα να γεμίσει μια βαλίτσα και να φύγει γιατί λογικά θα κάνει μια τρύπα στο νερό, είναι μια πολύ σημαντική απόφαση. Εγώ πράγματι την πήρα πολύ βιαστικά και μπορώ να πω πως δεν είμαι πολύ περήφανη για αυτό. Θα έπρεπε να το έχει σκεφτεί πολύ περισσότερο. Μπορεί εντέλει να έπαιρνα την ίδια απόφαση όμως θα έπρεπε ήρεμη να το είχα σκεφτεί περισσότερο. Πρέπει για να κάνεις αυτό το βήμα να υπάρχει σοβαρός λόγος ή στόχος ή κάτι που δε μπορείς να κάνεις στον τόπο σου και το θες πολύ. Αλλιώς μη το σκέφτεσαι καν. Είναι ένα πολύ μεγάλο βήμα. Οι περισσότεροι που έχουν φύγει έχουν φύγει ενώ ήταν σε σύγχυση. Όχι, δε το μετάνιωσα που έφυγα. Είχα θέληση και τύχη. Μετανιώνω γιατί έχασα πολλές στιγμές από τη ζωή μου, φίλους, οικογένεια, γλέντια κτλ. Χαίρομαι όμως γιατί έχω γίνει αυτό που έχω γίνει σήμερα. Ρίσκαρα. Βελτιώθηκα πολύ ως άνθρωπος. Είμαι μια καλύτερη version. Νιώθω πιο δυνατή, πιο εκπαιδευμένη στη ζωή. Δε μετανιώνω. Κάτι έμαθα, κάτι έζησα παραπάνω και αυτό θα με οδηγήσει σε καλύτερους δρόμους. Μπορεί ερχόμενη στην Ελλάδα να δω διαφορετικά τη ζωή από ότι πριν και αυτό να με βοηθήσει να ζήσω και να αντιμετωπίσω καταστάσεις καλύτερα. Ότι δε σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό. Μπορώ να πω ότι αποκόμισα θετικά πράματα. Είναι όμως αρνητικό το να αφήνεις την πατρίδα σου. Είναι καλό να ταξιδεύουμε, να γνωρίζουμε το διαφορετικό. Άλλους πολιτισμούς. Υπάρχουν τόσο όμορφα πράγματα να εξερευνήσεις, να δεις τα πράγματα αλλιώς. Εγώ μπήκα σε ένα αεροπλάνο, ταξίδεψα μόλις δυόμιση ώρες και είδα τόσο διαφορετικά πράματα. Δε χρειάζεται να ζήσεις έξω, είναι καλό όμως να βλέπεις, να ανοίγεις τους ορίζοντές σου. Έτσι νιώθω.

Αν.Με: Κλείνοντας θα ήθελα να σου αναφέρω δυο στίχους που ερμήνευσε ο Στέλιος Καζαντζίδης πριν πολλά χρόνια και να μου πεις πως τους ακούς εσύ. Ο άνθρωπος που τραγούδησε όσο κανείς άλλος για τους Έλληνες μετανάστες. Στίχους που λατρεύτηκαν και τραγουδήθηκαν με πολύ πόνο τότε. «Ανάθεμάσε ξενιτιά καταραμένη να σαι»;

Ι.Β: Είμαι μόλις δύο χρόνια έξω, είναι νωπό πολύ όμως έχω πει αρκετές φορές αυτές τις εκφράσεις. Κακά τα ψέματα σα την πατρίδα σου δεν υπάρχει κάτι άλλο. Υπάρχουν αυτές οι στιγμές που λες τέτοιες εκφράσεις και τις νιώθεις σε όλο σου το κορμί και κλαις κτλ. Σε πνίγει η αδικία για το πώς είναι έτσι η κατάσταση και πώς αλλιώς θα μπορούσε να ήταν, πώς θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί η ζωή μου κτλ. Βέβαια δεν υπάρχει ταύτιση με τη δεκαετία του 50’ που έφευγαν πάλι οι άνθρωποι. Τότε έφευγαν από ανάγκη, επειδή πεινούσαν. Σήμερα φεύγουν κυρίως από προσωπική φιλοδοξία. Στην Ελλάδα δε θα πεινάσεις σήμερα. Κάτι θα βρεις. 


Αν.Με: «Μα όταν ζεις χωρίς ελπίδα όπου γης είναι πατρίδα»;

Ι.ΒΔε νιώθω πατρίδα μου την Ελβετία. Νιώθω καλά εκεί, απλά.  Αργότερα δε ξέρω αν θα νιώσω κάπως αλλιώς αλλά τι να πω. Δε ξέρω, δε νομίζω. Νομίζω πάντα η πατρίδα μου θα είναι η Ελλάδα και δε νομίζω ότι αυτό μπορεί να αλλάξει. Μακάρι να ήταν αλλιώς τα πράγματα και να μπορούσα να ζήσω στην Ελλάδα και να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα.

Αν.Με: Σου εύχομαι ότι καλύτερο και τα όνειρά σου να πραγματοποιηθούν. Σε ευχαριστώ!

Εδώ και μέρες, στο μυαλό μου γυρνάνε συνεχώς τα λόγια ενός υπαλλήλου του μεταφραστικού τμήματος του Υπουργείου Εξωτερικών: «από το 2013 ο φόρτος εργασίας μας έχει μειωθεί κατακόρυφα. Όλοι φεύγουν. Οι νέοι, οι πτυχιούχοι. Ότι καλύτερο διαθέτει αυτή η χώρα. Πάνω από 500.000 Έλληνες πρέπει να έχουν περάσει από εδώ αυτά τα χρόνια και να έχουν φύγει».
Πώς θα ανασυσταθεί αυτή η χώρα; Η χώρα μας διώχνει τους νέους της. Δε τους εμπιστεύεται, δε τους δίνει κίνητρα, δε τους εγγυάται μια καλή ζωή. Η χώρα μας είναι μια σκλαβωμένη χώρα ηλικιωμένων, διεφθαρμένων, βολεμένων, τεμπέληδων, φτωχών, αδυνάμων και εγκλωβισμένων. Μια χώρα ανομίας και ανισοτήτων, που σε αναγκάζει να μάχεσαι πλέον και για πράγματα που θεωρούνταν μέχρι πρότινος κεκτημένα. Μια χώρα πλήρως εξαρτημένη από άλλους, μια χώρα σε μηχανική υποστήριξη.  Τα υγιή της κύτταρα «μεταγγίζονται» στο εξωτερικό και αυτό που αναμένεται είναι η κατάληξή της.

Με πολύ αγάπη την αφιερώνω αυτή τη συνέντευξη σε όλα τα παιδιά που αναζήτησαν ένα καλύτερο μέλλον εκτός Ελλάδος.


Δεπάστας Χαράλαμπος

Κοινωνικός Λειτουργός
MSc "Επαγγελματικής και Περιβαλλοντικής Υγείας - 
Διαχείρισης και Οικονομικής Αποτίμησης"
Επικοινωνία: anisihesmeres@gmail.com
Blog: http://depastascharalampos.blogspot.gr/
Like us on Facebook: Ανήσυχες Μέρες (Page)
Follow us on Twitter: Depastas Charalampos
@Ch_Depastas

Σχόλια