Την Παρασκευή το βράδυ

“Την Παρασκευή το βράδυ, Παναΐτσα μου

μου ετοίμασες με δάκρυα τη βαλίτσα μου…”

Αυτό ήταν το αγαπημένο τραγούδι του πατέρα μου (στίχοι: Πυθαγόρας, μουσική Χρ. Νικολόπουλος, ερμηνεία: Στ. Καζαντζίδης), κι αυτό έμελλε να συνδεθεί μέσα μου και με τον θάνατό του. Μια Παρασκευή βράδυ λοιπόν, ετοίμασε τη βαλίτσα του για να φύγει Σάββατο πρωί Οκτώβρη. Μα ας τα πάρουμε από την αρχή.

Αυτό το άρθρο δεν έχει χαρακτήρα requiem, ούτε αγιογραφίας, ούτε επικήδειου. Είναι άρθρο μοιράσματος στιγμών, ανθρώπινων στιγμών κι ανάδειξης αυτής της τρομερής στιγμής, του χωρισμού αυτού, της οπτικής και του βιώματος. Ξέρω ότι πολλοί θα ταυτιστούν ενώ πολλοί τρέμουν στην ιδέα αυτής της άγριας φυσικής πορείας. Δυστυχώς, έτσι είναι η ζωή…

Ο μπαμπάς έφυγε νικημένος στα 81 του από τον καρκίνο. Όλα αυτά τα χρόνια όμως νίκησε και τη ζωή και τον καρκίνο πολλές φορές. Κι αυτό με γεμίζει χαρά, υπερηφάνεια, μου δίνει παράδειγμα και μου απαλύνει τον πόνο.

Γύρω στα 1950, στην τρυφερή ηλικία των 10 ετών, στην μεταπολεμική Ελλάδα και στο φτωχό Κερατσίνι, στην παράγκα που ζούσαν και στο μικρό μπακάλικο που είχαν, έχασε τον πατέρα του. Αυτή ήταν η πρώτη νίκη του μπαμπά απέναντι στη ζωή μα κι απέναντι στο καρκίνο μιας που ο παππούς έφυγε από λευχαιμία πολύ νέος. Παιδάκι, πούλαγε κουλούρια κι η αγαπημένη του μάνα αναγκάστηκε να δουλέψει για να μεγαλώσει τα δύο της παιδιά. Έβγαλε μια τεχνική σχολή μηχανικών και δούλεψε πολύ και σκληρά, σε εργοστάσια κυρίως και σε καράβια. Η θάλασσα είναι δύσκολη κι η αγκαλιά της μάνας γλυκιά και μοναδική. Έτσι, άφησε τους ωκεανούς και με την επιστροφή του εργάστηκε εντέλει για δεκαετίες στο καπνεργοστάσιο «Κεράνης», επί της λεωφόρου Αθηνών-Πειραιώς. Ήταν μαράζι του το κατάντημα αυτής της εταιρείας, που μερικά χρόνια μετά τη συνταξιοδότησή του, έκλεισε.

Στα 1970, νέος, 30 ετών μόλις, λίγους μήνες αρραβωνιασμένος με τη μαμά, χάνει την αγαπημένη του μάνα, τη γιαγιά Θεοδώρα. Ήταν ένα λατρεμένο κι ιερό πρόσωπο για αυτόν κάτι που θα γίνει περισσότερο κατανοητό παρακάτω. Σα να μην έφτανε αυτό, λίγους μόλις μήνες μετά, θα βγάλει ένα “περίεργο” σημάδι στο αριστερό στήθος. Αντιμετωπίστηκε ιατρικά άμεσα, “πρωτόγονα” μα αποτελεσματικά με ολική αφαίρεση του αριστερού του μαστού. Θα νικούσε για δεύτερη φορά τον καρκίνο. Για το σημάδι αυτό στο στήθος δε μας μίλησε ποτέ. Με την παιδική μου φαντασία ήταν πολεμιστής σα τον Ράμπο, που οι κακοί τον χάραξαν στον πόλεμο. Όντως ήταν πολεμιστής κι όντως το έπαθε σε πόλεμο! Αφοσιώθηκε πλήρως στην οικογένειά του και κατάφερε να αποκτήσει, μετά από καιρό, δύο παιδία.

Το Γενάρη του 2020, διαγιγνώσκεται και πάλι με καρκίνο, στο παχύ έντερο αυτή την φορά. Είχαμε καθυστερήσει όμως. Στη δυσβάσταχτη στιγμή που κλήθηκα να του ανακοινώσω τα αποτελέσματα των εξετάσεών του, αντέδρασε στωικά, λέγοντας απλά πως “ό,τι είναι θα το αντιμετωπίσουμε” κι έτσι έγινε! Ωστόσο, η πρώτη του πράξη μετά την ανακοίνωσή μου θα αναδείκνυε για ακόμη μία φορά τη σπουδαιότητά του στα μάτια μου. Την επόμενη κιόλας μέρα, το πρωί, επισκέφθηκε το οστεοφυλάκιο που βρίσκονται τα κόκαλα της μάνας του, φροντίζοντας να πληρωθούν και να εξασφαλιστούν για ακόμη ένα χρόνο! Ναι, από το 1970 μέχρι το 2021 φρόντιζε να υπάρχουν και να διατηρούνται τα κόκαλα της μάνας του! Αυτός ήταν ο μπαμπάς μου!

Με τον καιρό, μας άφησε τρεις επιθυμίες: Να προσέχουμε τη μαμά, να φροντίζουμε τα κόκαλα της γιαγιάς Θεοδώρας και η τελευταία του κατοικία να είναι στα Αρμόλια της Χίου. Παρότι δεν είχε καταγωγή από εκεί, αγάπησε το χωριό της μαμάς και τους ανθρώπους του. Όπως έλεγε “εκεί τους ξέρω όλους, θα έχω παρέα”.

Τον Οκτώβρη του 2020 κι ενώ είχε προηγηθεί ένα μεγάλο χειρουργείο και “προληπτικές” χημειοθεραπείες, είχε νικήσει για τρίτη φορά τον καρκίνο. Στον πρώτο επανέλεγχο ωστόσο, λίγες εβδομάδες μετά, η νόσος επέστρεψε πιο επιθετική από ποτέ, είχε κάνει μετάσταση στους λεμφαδένες του. Ξεκινά δεύτερο κύκλο θεραπειών, πιο δυνατών, όπου και τις ολοκληρώνει, αρκετά κουρασμένος πια, όμως ήταν αργά. Τις τελευταίες 15 μέρες οι πόνοι ήταν δυσβάσταχτοι.

Είναι άσχημη, σκληρή εικόνα, να βλέπεις αυτήν την εξέλιξη. Να ζητάει “βοήθεια” και να μη μπορείς να κάνεις κάτι. Θα με στοιχειώνει για όλη μου τη ζωή αυτό. Αντιμετωπιζόταν πλέον μόνο παρηγορητικά και παυσίπονα με χρήση οπιούχων.

Λίγες μέρες πριν φύγει έγραψα σε ένα χαρτάκι το παρακάτω στιχάκι:

Δάκρυα και πόνοι τόσων μηνών

δε συγκινήσαν μήτε χάρο μήτε Θεό.

Κάθε τέλος είναι σκληρό. Πόσο μάλλον το τέλος μίας τέτοιας σχέσης, με ρίζες τόσο βαθιές. Δε το χωράει εύκολα ο νους, δε χωνεύεται. Η ορμή για ζωή, το ένστικτο της επιβίωσης, ο χρόνος και οι αμυντικοί μηχανισμοί θα είναι εκεί για όσους συνεχίζουν.

Ο μπαμπάς μου δεν ήταν αυτό που έβλεπα στο νοσοκομείο τις τελευταίες μέρες, δεν ήταν το σώμα που θάφτηκε ή δεν ήταν μόνο αυτά, ήταν πολλά περισσότερα. Μου λείπει ήδη όμως τον βρίσκω στον κόσμο μου, γύρω μου, μέσα μου. Τον βρίσκω στις αναμνήσεις μου, τον βρίσκω στο σπίτι μας που έχτισε με τόσο κόπο, στα ντουβάρια τα ίδια, στα έπιπλα, τον βρίσκω στα αντικείμενα, είναι όλα από το μόχθο του, δημιουργήματά του. Τον βρίσκω στον καθρέφτη μου, όταν με κοιτάω είναι μέσα μου, όταν κοιτάω τα χέρια μου, είμαι δικός του, μέρος του, κομμάτι του. Εκεί βρίσκω τον πατέρα μου και θα είναι πάντα εκεί. Αυτό με ησυχάζει λίγο, όπως κι ότι έφυγε γεμάτος, ήρεμος και πλήρης. Οι άνθρωποι πάντα θα εκλογικεύουμε και θα εφευρίσκουμε τρόπους να μαλακώνουμε τον πόνο μας. Το γεγονός αυτό έγινε ο λόγος για να φοβάμαι λιγότερο το θάνατο, γιατί ίσως τότε τον δω ξανά (ελπίζω).

Μία από τις ρήσεις μου, ότι “στα Αρμόλια έχω ζήσει τις καλύτερες και τις χειρότερες στιγμές της ζωής μου”, επιβεβαιώθηκε και πάλι. Τρεις μέρες μετά την κηδεία του στο χωριό, μου τηλεφώνησαν από το Ελληνικό Μεσογειακό Πανεπιστήμιο (ΕΛΜΕΠΑ) και μου ανακοίνωσαν ότι έγινα δεκτός με ακαδημαϊκή υποτροφία υποψήφιου διδάκτορα ως επιστημονικός συνεργάτης στη σχολή Κοινωνικής Εργασίας. Το οξύμωρο είναι πως τρεις εβδομάδες πριν είχα ενημερωθεί πως δεν είμαι μεταξύ των επιλεγέντων. Ένα όνειρο γινόταν πραγματικότητα, μα σε δευτερόλεπτα ο ενθουσιασμός και η χαρά μου έγινε λύπη και κενό. Θα χαιρόταν πολύ ο μπαμπάς αν το μάθαινε, θα ήθελα πολύ να το μάθει και να ξαναδώ το χαμόγελό του. “Τα κανόνισε ο μπαμπάς να γίνει το όνειρό σου πραγματικότητα”, ήταν το συμπέρασμα του καλού μου φίλου Σταύρου.

Σ’ αγαπώ πολύ μπαμπά μου, σε ευχαριστώ για όλα!





Δεπάστας Χαράλαμπος

Κοινωνικός Λειτουργός
Υποψήφιος Διδάκτωρ Κοινωνικής Εργασίας

Επικοινωνία: anisihesmeres@gmail.com
Blog: 
http://depastascharalampos.blogspot.gr/
Like us on Facebook:
Ανήσυχες Μέρες (Page)
Follow us on Twitter: Depastas Charalampos
@Ch_Depastas

Σχόλια