Ζωή κι ελπίδα (Συνέντευξη)

 


Την Εύη τη συνάντησα πρώτη φορά στη συνέντευξή μας. Την είχα πλάσει στο μυαλό μου από τις περιγραφές της αδελφής μου, τα παιδιά τους ήταν συμμαθητές. Άκουγα λοιπόν για μία μητέρα από το σχολείο του ανιψιού μου όπου δυστυχώς αρρώστησε σοβαρά, πολύ σοβαρά και οι γιατροί της δίνουν λίγο χρόνο ζωής, όμως το αντιμετωπίζει με πολύ θάρρος. Ο χρόνος περνούσε και η αδελφή μου μας έλεγε και πάλι για τη φίλη της πόσο δυνατή είναι και ότι τα πάει πολύ καλά. Περιγραφές για το πόσο επώδυνο είναι αυτό που περνάει, για τις σοβαρές επεμβάσεις της και το θάρρος της. Τη μία τα αισιόδοξα μηνύματα έφταναν συντελώντας ένα θαύμα και την άλλη το κακό ξαναερχόταν. Ο χρόνος περνούσε, από ένα σημείο και μετά ρωτούσα κι εγώ καθώς είχε κερδίσει το θαυμασμό μου και φυσικά το ενδιαφέρον μου “πώς πάει αυτή η κοπέλα, έχεις κανένα νεότερο”; Η αρρώστια εμφανιζόταν αλλά εκείνη τη νικούσε. Το μέγεθος του νικημένου δίνει αξία στο νικητή, λένε στον αθλητισμό. Της Εύης της μίλησαν για 3 μήνες ζωής και σήμερα, σχεδόν 4 χρόνια μετά, είναι εδώ, ξαναγεννήθηκε.

Πολλοί θα μιλήσουν για θαύμα, ίσως! Αν εντάσσεται στο ιατρικό ή στο θρησκευτικό θαύμα αυτό το περιστατικό, ήθελα πολύ να το συναντήσω. Κι αυτό γιατί εκτιμώ ότι από αυτούς τους ανθρώπους έχουμε όλοι ανάγκη επαφής, επικοινωνίας και προβολής. Από αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να διδασκόμαστε το δυσκολότερο μάθημα, της ζωής. Αυτούς τους ανθρώπους θα έπρεπε να μας προβάλουν τα Μ.Μ.Ε ως πρότυπα και παραδείγματα κι όχι αυτούς που μας προβάλουν νυχθημερόν. Κι αφού αυτό δε γίνεται, πήρα την πρωτοβουλία να το κάνω εγώ μέσα από τη σελίδα μου.

Ανησυχομερίτες μου, να σας συστήσω την Εύη, μία μαχήτρια της ζωής! Τα όσα μου ανέφερε με έκαναν να νιώσω ότι βρισκόμουν στο μεγαλύτερο και σπουδαιότερο πανεπιστημιακό αμφιθέατρο παρακολουθώντας υψηλή διάλεξη, διάλεξη για τη ζωή.

 

 Αν.Με: Μίλησέ μου για σένα, τη ζωή σου.

Ε.Σ: Είμαι μία μανούλα, είμαι 48 ετών, μεγαλώνω μόνη μου την κόρη μου εδώ και 11 χρόνια, έχουμε μία πολύ καλή σχέση με το παιδί, είμαι λογίστρια, κατοικώ στον Πειραιά, είμαι κοινωνική, έχω φίλους, γενικά είμαι καλά με τη ζωή μου, είμαι η γυναίκα της διπλανής πόρτα που λέμε…

 

Αν.Με: Γιατί πιστεύεις ήθελα να σε συναντήσω και να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη;

Ε.Σ: Ίσως από αυτά που ήξερες για μένα να κατάλαβες ότι έχω να δώσω ένα μήνυμα σε αυτούς τους ανθρώπους που περνάνε αυτή την πολύ δύσκολη περιπέτεια, όποια μορφή και να χει ο καρκίνος (είτε πρώτου είτε τελικού). Τη λέξη καρκίνος συχνά την ταυτίζουμε με το θάνατο. Επειδή υποθετικά πάντα, τελείωσα με αυτό και ίσως επειδή το αντιμετώπισα πολύ δυναμικά έχω να δώσω και να πω κάτι σε αυτούς τους ανθρώπους…

 

Αν.Με: Τι συνέβη; Θες να μου διηγηθείς όλη την ιστορία, την πορεία αυτή;

Ε.Σ: Το Φλεβάρη του 2019 περίπου, είχα ένα ένστικτο ότι κάτι δε πήγαινε καλά με μένα, όχι όμως ότι είχα κάτι φοβερό. Ούτε είχα αδυνατίσει (αυτό που λένε για τους καρκινοπαθείς), ούτε τίποτα. Απλά κάτι μέσα μου δε πήγαινε καλά και ταυτόχρονα ένιωθα πολύ κούραση. Ένα σημαδάκι σωματικό που είχα, εκτός από την κούραση ήταν ότι είχα ένα πολύ πολύ μικρό πόνο στο μέρος του συκωτιού. Δε ξέρω γιατί, αποφάσισα να πάω να το δω ενώ ουσιαστικά δεν υπήρχε κάποιος λόγος. Ήταν ένας πόνος που πηγαινοερχότανε κάθε δέκα μέρες για δευτερόλεπτα. Όταν πήγα στην παθολόγο μου και κάναμε κάποιες εξετάσεις (γενικές αίματος) δεν έδειξε κάτι φοβερό, ήταν κατεβασμένα μόνο τα "κόκκινα" που λέμε, του αίματος, γιατί έχω στίγμα μεσογειακής αναιμίας οπότε είχε μία λογική αυτό το πράγμα. Επειδή με είδε λίγο ανήσυχη είπε να κάνουμε κι έναν υπέρηχο άνω και κάτω κοιλίας. Εκεί λοιπόν είδαμε ότι το συκώτι μου έχει κάποιες αλλοιώσεις, δε δικαιολογούταν για έναν άνθρωπο που δε πίνει αλκοόλ, όπως εγώ, οπότε φοβηθήκαμε μήπως ήταν κάποια κύρωση παθολογική. Πήγα λοιπόν σε έναν υπερηχολόγο να δούμε τι ακριβώς είναι αυτό που συνέβη (εδώ να σημειώσω ότι καρκίνο δεν είχε κανείς στην οικογένειά μου όσον αφορά τις γενιές που ξέρουμε). Πάω λοιπόν στον υπερηχολόγο και κάνω τον υπέρηχο. Μέχρι να πάω στο γραφείο, ο υπερηχολόγος είχε πάρει ήδη την παθολόγο μου τηλέφωνο. Εκείνη με πήρε και μου ζήτησε να πάω το βράδυ από το ιατρείο της να μιλήσουμε. Εκεί κατάλαβα ότι κάτι δε πάει καλά. Μου είπε να πάμε να κάνουμε κάποιες άλλες εξετάσεις. Η διάγνωση ήταν καρκίνος 4ου σταδίου (τελικό στάδιο), παχύ έντερο με μετάσταση στο ήπαρ. Για την ηλικία μου δεν υπάρχουν πολλές στατιστικές, δηλαδή γυναίκες 44 ετών με τέτοιο καρκίνο είναι πολύ σπάνιο. Ο όγκος στο έντερο ήταν 16,5 εκατ., μιλάμε για κάτι πολύ μεγάλο, σκέψου σαν το κινητό. Οι πολλές εστίες στο ήπαρ ερμηνεύονται ότι επειδή είχα περάσει κάτι σα λευχαιμία και καθαρίστηκε το αίμα, αυτό μου είπαν, αυτό είναι ένα θαύμα, τέλος πάντων. Έτσι, το ήπαρ ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ. Εγώ τα έχασα όταν μου τα είπαν όλα αυτά, κατάλαβα ότι φεύγω από τη ζωή. Το προσδόκιμο ζωής μου ήταν περίπου 3 μήνες! Δεν ήξερα τι να κάνω, να σταματήσω από τη δουλειά; Να πάω να μιλήσω με τους δικούς μου; Να πάω να μιλήσω για το τι θα κάνει το παιδί μου; Ήταν πολύ χαοτικό όλο αυτό. Μετά που ηρέμησα, κατάλαβα ότι δεν είχα χρόνο ούτε να κάθομαι να κλαίω, ούτε να ψάχνομαι, έπρεπε να δράσω! Έπρεπε να βρω έναν ογκολόγο, ο οποίος στην ουσία θα μου έδινε το ok για να ξεκινήσω θεραπεία. Ο πρώτος ογκολόγος που επισκέφτηκα μου μίλησε για αυτό το προσδόκιμο ζωής αλλά μου είπε ότι πάντα υπάρχουν ελπίδες, δε πήγα όμως γιατί ήταν στην Κηφισιά οπότε σκέφτηκα ότι θα ήταν δύσκολο να πηγαίνω μετά τις χημειοθεραπείες. Η δεύτερη ογκολόγος που ήταν και σε ιδιωτικό νοσοκομείο γύρισε και μου είπε να μη πάω εκεί γιατί αυτά μπορώ να τα κάνω και σε ένα δημόσιο νοσοκομείο και δεν υπάρχει λόγος, εν ολίγοις με έδιωξε! Αυτό ήταν κάτι που με στεναχώρησε γιατί καταλάβαινα ότι είμαι ένας επιβεβαιωμένος θάνατος που δεν ήθελε να επωμιστεί ένας γιατρός σε μία ιδιωτική κλινική. Πολύ σκληρά πράγματα εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιούσα για τον εαυτό μου. Μέχρι να καταλήξω ότι έχω καρκίνο δεν είχα πει σε κανέναν τίποτα, ούτε στους γονείς μου, ούτε πουθενά. Όταν ξεκίνησα να το κοινοποιώ κι έψαχνα γιατρούς, έτυχε μία ξαδέρφη του πρώην άντρα μου να μου μιλήσει για τον γιατρό που με κουράρει τώρα. Είδε τις εξετάσεις μου, έπαθε ο άνθρωπος μία φρίκη και μου είπε “50%-50%”. Ομολογώ ότι ήταν ένα ποσοστό που δε μου άρεσε αλλά δεν ήταν κι αμελητέο. Με ρωτάει "θα πάμε επιθετικά;, του λέω "πάμε", εγώ όμως είχα τόση άγνοια που δε κατάλαβα τι εννοούσε, εκείνος εννοούσε επιθετικές θεραπείες κι όχι βοηθητικές. Εγώ κατάλαβα πάμε με τσαμπουκά και τόλμη, αργότερα κατάλαβα τι σημαίνει αυτό...Πήγα, στις πρώτες 2-3 θεραπείες ήμουν πολύ δυνατή. Πολλές ώρες, επώδυνες, ενδοφλέβιες θεραπείες αλλά πήγαινα με την ψυχολογία ότι πάω για να γίνω καλά, πάω για να ζήσω. Ξεκίνησα 20/06/2019, η πρώην πεθερά μου πήρε το παιδί μου και πήγαν στη Μάνη για να κάνει διακοπές, το παιδί δεν ήξερε τίποτα και σκεφτόμουν αν θα την ξαναδώ γιατί είχα ήδη διανύσει ένα χρονικό διάστημα από το προσδόκιμό μου. Έπρεπε λοιπόν να χαιρετίσω το παιδί μου χωρίς να ξέρει τι γίνεται. Πήγαινα έκανα τις θεραπείες, μέσα σε αυτό το καλοκαίρι αποφάσισα τα γενέθλιά μου να τα κάνω στη Μάνη, έχω γενέθλια 14/08 και παίρνω το ΚΤΕΛ και κατεβαίνω στη Μάνη. Ήμουν πολύ χάλια, πολύ εξαντλημένη, κοιμόμουν όλη μέρα, παρόλα αυτά ήθελα να κάνω τα γενέθλιά μου με την κόρη μου και το έκανα! Φεύγω με τη δικαιολογία ότι δεν είχα άλλη άδεια αλλά έπρεπε να συνεχίσω τις θεραπείες μου (κάθε 20 μέρες). Έρχεται ο Σεπτέμβρης, έρχεται το παιδί μου. Έρχεται λοιπόν και η στιγμή του πρώτου χειρουργείου κι εκεί όταν πήγα στο νοσοκομείο, χάνω τα μαλλιά. Στο πρώτο χειρουργείο επειδή έπρεπε να μαζευτούν κάποιοι άνθρωποι για να με εγχειρίσουν, επειδή θα ήταν μεγάλο χειρουργείο, ξεκίνησα μέσα μου να νιώθω ελπίδες ότι αφού είναι χειρουργήσιμο υπάρχουν ελπίδες κι αφού έχουμε ξεπεράσει το προσδόκιμο των 3 μηνών και το πάμε παραπέρα, άρα κάτι πάει καλά. Κάποια στιγμή αργούσε αυτό το χειρουργείο να γίνει γιατί η ομάδα του γιατρού δε μαζευόταν όσο εύκολα πιστεύαμε και παίρνω 3ήμερη άδεια. Αποφασίζω λοιπόν να πάω στο κομμωτήριο να ξυρίσω τα μαλλιά μου γιατί είχαν μείνει κάποιες τούφες δεξιά κι αριστερά και να πάω σε μία κοπέλα που κάνει μακιγιάζ, να με μακιγιάρει όσο πιο φυσικά γινόταν γιατί ήμουν πολύ ταλαιπωρημένη, πολύ άσπρη, χάλια τέλος πάντων, για να πάω να πάρω το παιδί μου από το φροντιστήριο να της κάνω έκπληξη. Σκέφτηκα, ό,τι είναι να δει ας το δει εκείνη τη στιγμή. Πάω και την παίρνω, έπαθε σοκ το παιδί, είχα όμως τη δυνατότητα να περπατάω. Πήγαμε εδώ μία βόλτα στον εμπορικό δρόμο της Τσαλδάρη (Π. Φύσσα) και σταματάμε σε ένα μαγαζί που είναι με μακιγιάζ κτλ., έτυχε να έχει αφίσα μία κοπέλα καραφλή που την είχαν μακιγιάρει πάρα πολύ όμορφα και της έκανα πλάκα "να η μανούλα είδες; Μοντέλο είναι". Μετά το ξεπέρασε κι αυτό αλλά όλα αυτά έγιναν σε μία ηλικία πολύ παιδική για τη μικρή και επειδή είμαι το μοναδικό της στήριγμα, ήμασταν τόσα χρόνια οι δυο μας, της κόστισε πάρα πολύ αυτό το πράγμα γιατί και εκείνη σκεφτόταν ότι με χάνει. Είχε αλλάξει το πρόσωπό μου. Εκείνες τις τρεις ημέρες προσπάθησα να κοινωνικοποιηθώ όσο μπορώ για το παιδί μου. Κάποια στιγμή κάνουμε και το χειρουργείο, πήγε πάρα πολύ καλά, ο όγκος από 16,5 εκατ. στο έντερο πήγε 2,5 κι αυτό ήταν πολύ καλό. Κάνουμε την εντεροκτομή και την ηπατεκτομή, συνέχισα τις θεραπείες γιατί αυτό δυστυχώς δε σταματάει και πηγαίναμε καλά. Ξεκίνησε να βγαίνει πάλι το μαλλάκι, να αισθάνεται καλύτερα η κόρη μου με αυτό, εγώ δεν είχα κανέναν θέμα γιατί όχι ότι το υποτιμώ αλλά υπάρχουν γυναίκες που χάνουν τα μαλλιά τους, χάνουν το στήθος τους και κακά τα ψέματα σε μία γυναίκα το μαλλί και το στήθος της είναι χαρακτηριστικά θηλυκότητας. Εμένα δε με επηρέασαν γιατί εξ' αρχής σκεφτόμουν ότι θα χάσω τη ζωή μου. Σκεφτόμουν ότι αν είναι να χάσω τη ζωή μου σε 3 μήνες δε με ένοιαζε να χάσω τα μαλλιά μου σε μία εβδομάδα, ήταν το λιγότερο που θα μπορούσα να πάθω. Αφού λοιπόν τελειώσαμε και τις θεραπείες, ξανάρχεται ο καρκίνος, δεν ήθελε να με αφήσει. Ξανακάνουμε λοιπόν θεραπείες, κάνουμε ξανά χειρουργείο, το αντιμετωπίσαμε. Κάνουμε ένα break ενός έτους, πηγαίναμε πολύ καλά, ξαναγύρισα στη ζωή μου όσο γινότανε, είχαμε και τον κορωνοϊό ο οποίος μας είχε απαγορεύσει την κάθε κοινωνικότητα, μας είχε απομονώσει, δεν ερχόταν κανείς στο σπίτι γιατί φοβότανε, οι λογιστές πάθαμε μεγάλη ταραχή στη δουλειά μας. Όλοι πιστεύαμε ότι η δουλειά μπορούσε να με βοηθήσει και να με κάνει να ξεχνιέμαι, δε συνέβαινε αυτό καθόλου, απλά ήταν ένα αναγκαίο κακό για να ζήσω. Ό,τι έκανα το έκανα ιδιωτικά, δε γινόταν, ο χρόνος με πίεζε κι όλοι ξέρουμε τι γίνεται με τα δημόσιο νοσοκομεία κι αφού είχα τη δυνατότητα να δουλέψω είπα θα δουλέψω έτσι. Φεύγει λοιπόν ο χρόνος του διαλλείματος όπως είπαμε και ξανά πέρσι το καλοκαιράκι, καλή ώρα, Ιούλιος, πάλι ανακαλύπτω αλλά μου είπαν ότι είναι διαδερμικό. Θα έκανα ένα χειρουργειάκι μικρό, διαδερμικό και θα γίνει μια χαρά. Κάτι με έτρωγε όμως ότι έπρεπε να γίνει ανοιχτό χειρουργείο, δε ξέρω τι. Βέβαια, ποιος θα τολμήσει να πει σε έναν γιατρό "θα κάνεις διαφορετικά τη δουλεία σου γιατί εμένα κάτι δε μου κάθεται καλά στο κεφάλι”; Τέλος πάντων, επειδή τα σημεία που ήταν αυτό ήταν λίγο περίεργο, αποφασίζουν να με ανοίξουν. Το χειρουργείο αντί για 2 ώρες κράτησε 10, ήταν τρομακτικό. Τα καταφέραμε όμως, είπα στον εαυτό μου. Ειδοποίησα το παιδί μου, το πρώτο πράγμα που έκανα. Είχε πάρα πολύ πόνο αυτή τη φορά γιατί ήταν το δεύτερο χειρουργείο στην κοιλιά. Ο γιατρός αποφάσισε να με βγάλει την πέμπτη ημέρα έξω γιατί το νοσοκομείο είχε γεμίσει Covid και μου λέει "εγώ δε σε έκανα 10 ώρες εγχείρηση για να φύγεις από Covid, φεύγεις!" Πώς θα φύγω, του λέω. Δε με ενδιαφέρει, λέει, θα σηκωθείς και θα φύγεις. Έπρεπε λοιπόν να σηκωθώ, να περπατήσω και να φύγω. Ταυτόχρονα, έπαθα δύο μυϊκές θλάσεις από ένα φτέρνισμα κι από ένα σήκωμα από το κρεβάτι. Έτσι, από το Σεπτέμβρη που έκανα την εγχείρηση, σηκώθηκα από το κρεβάτι κοντά στα Χριστούγεννα και το Γενάρη ξεκίνησα χημειοθεραπείες που σταμάτησα τώρα, το Μάιο. Δε σταμάτησα να δουλεύω, δε σταμάτησα να κάνω πράγματα, απλά προσπάθησα όλο αυτόν το καιρό να βάλω μέσα στο πρόγραμμά μου και τον καρκίνο. Ο καρκίνος εμένα μου έχει φερθεί "καλά", εννοώντας ότι δε μου έχει αλλάξει την εξωτερική μου εμφάνιση, δε με έχει κάνει να πονάω όταν δεν έχω χειρουργείο, ξέρω ότι υπάρχουν άνθρωποι που πονάνε επειδή το έχουν σε άλλα μέρη του σώματός τους. Νιώθω ότι είναι ένας κακός σύντροφος ο οποίος συνεχώς με κυνηγάει κι εγώ του ξεφεύγω. Δεν τον φοβάμαι αλλά πρέπει να είμαι συνέχεια σε μία άμυνα κι αυτό είναι κουραστικό, είναι τόσο κουραστικό που σε αυτά τα 4 χρόνια εγώ σκέφτηκα να τα παρατήσω. Χωρίς να με κρατάει η κόρη μου, χωρίς να με κρατάνε οι γονείς μου, οι φίλοι μου, τίποτα. Κάποια στιγμή, θέλεις από την ταλαιπωρία των φαρμάκων, θέλεις από την ταλαιπωρία του σώματος, γιατί όταν δε μας υπακούει το κορμί μας δε μπορούμε να είμαστε αυτοί που ήμασταν πριν κι αυτό μας θλίβει, μας καθηλώνει πέρα από σωματικά και εγκεφαλικά και ψυχικά. Εκείνη τη στιγμή πρέπει να δώσεις μία μάχη με την ψυχολογία, αυτό θέλει να σου κάνει ο καρκίνος, προσπαθεί να σου φάει την ψυχολογία και γυρνάω και λέω στον εαυτό μου "κι όλα αυτά που έκανα; Θα πάνε χαμένα; Όχι!" Και σηκώθηκα πάλι. Αυτή είναι μία παγίδα που δυστυχώς πέφτουν πολλοί ασθενείς, τα παρατάνε. Όταν πει ένας ασθενής "τα παρατάω", αυτό πολλές φορές κλειδώνει. Μου έχει πει ο γιατρός μου ότι υπάρχουν άνθρωποι που είχαν ένα καρκίνο μικρό, 1ου σταδίου που ήταν 100% αντιμετωπίσιμος κι επειδή τα παρατήσανε χάσαν τον πόλεμο κι υπάρχουν άνθρωποι με καρκίνο 4ου σταδίου, καλή ώρα όπως εγώ, που κερδίζουμε τον πόλεμο. Είναι μία μάχη, ένας πόλεμος για αυτό όλοι εσείς οι άλλοι μας θεωρείτε μαχητές. Πρώτα με τον εαυτό μας, ότι πρέπει να κρατηθούμε σε ένα επίπεδο, έχουμε να κάνουμε πάρα πολλά πράγματα, δεν είναι μόνο οι θεραπείες στο νοσοκομείο, είναι και οι θεραπείες στο σπίτι, είναι ότι πρέπει να σηκωθούμε να περπατήσουμε, είναι πολλές παρενέργειες που δε φαίνονται όχι μόνο αυτές που φαίνονται πχ. εγώ δε γράφω πια όπως έγραφα παλιά, έχει αλλοιωθεί ο γραφικό μου χαρακτήρας γιατί τα χέρια μου δε πιάνουν όπως παλιά. Σχετικά με το εμείς και οι άλλοι, η αγάπη των ανθρώπων μας στο να μας βοηθήσουνε και να μας εξυπηρετήσουνε πολλές φορές μας κάνει να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε όπως ήμασταν στην καθημερινότητά μας. Δεν είναι ρατσιστικό, είναι μία πραγματικότητα. Σήμερα είμαστε καλά, πήραμε μία εξαιρετική μαγνητική το Μάιο η οποία δείχνει ότι έχει καθαρίσει από όλα και πιστεύω πάρα πολύ ότι πέρα από τις θεραπείες, πιστεύω και στο Θεό πολύ αλλά και η ψυχολογία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στον καρκινοπαθή.


Αν.Με: Στο άκουσμα της διάγνωσης, ποια ήταν τα συναισθήματα/σκέψεις;

Ε.Σ: Να σου πω ότι μιλάς με μία γυναίκα όπου δύσκολα κλαίει. Όταν άκουσα αυτό το πράγμα έκλαψα πάρα πολύ και σκέφτηκα “τι θα γίνει το παιδί μου;” Δε με ένοιαξε ο εαυτός μου και εκεί ήταν το πρώτο μου λάθος. Πρέπει πρώτα να σώσουμε τον εαυτό μας, να είμαστε καλά για να είναι καλά και οι άνθρωποι που αγαπάμε, τα παιδιά μας, οι γονείς μας, οι φίλοι μας. Κατάλαβα ότι το θέμα δεν είναι τι θα γίνει το παιδί - αν και αυτή ήταν η πρώτη μου αντίδραση, έπαιρνα ανθρώπους και τους έλεγα "έχω καρκίνο πεθαίνω, θα αναλάβεις το παιδί μου". - ήταν ότι έπρεπε να μεριμνήσω να γίνω καλά. Ήταν πολύ σοκαριστικό κι ένιωσα αυτό που λένε - δε ξέρω αν σου έχει συμβεί ποτέ - να σου μιλάνε ελληνικά και να μη καταλαβαίνεις τι λένε, απλά να βλέπεις έναν άνθρωπο να ανοιγοκλείνει το στόμα του και να σου λέει κάποια πράγματα που είναι πολύ ακαταλαβίστικα για σένα, λες και μίλαγε άλλη γλώσσα. Έλεγα εγώ έχω καρκίνο; Πως γίνεται αυτό, αποκλείεται! Αφού δεν είχε η μαμά μου, δεν είχε ο παππούς μου δεν είχε κανένας. Πως το έπαθα αυτό; Ok, το έπαθα, απλά όσο πιο γρήγορα το αποδεχθούμε αυτό το πράγμα τόσο πιο "εύκολα" είναι τα πράγματα.

 

Αν.Με: Το οικογενειακό σου περιβάλλον πως αντέδρασε και πως το διαχειρίστηκε;

Ε.Σ: Η κόρη μου ήταν πολύ μικρή, είχε μία φυσιολογική αντίδραση αυτή που είχε το παιδί, οι γονείς μου χάλια, εγώ στήριζα τους γονείς μου, ο μπαμπάς μου είχε μεγάλη άρνηση να το καταλάβει, να το κατανοήσει και να με βοηθήσει από την άποψη ότι με πήγαινε όπου έπρεπε να με πάει και μετά έφευγε από το σπίτι. Δεν άντεχε να το αντιμετωπίσει, δεν ήθελε να το συζητάει καθόλου και η μαμά μου υπήρχαν στιγμές που έκανα χημειοθεραπείες κι έκλαιγε εκείνη την ώρα στο κρεβάτι. Πρακτικά ήταν πολύ υποστηρικτική (μαγειρέματα, πλυσίματα, τα πάντα για το παιδί), ψυχολογικά όμως εγώ στήριζα εκείνους, όπως και πολλούς φίλους μου. Οι άνθρωποί μου με θεωρούν η ψύχραιμη, η δυνατή, η λογική κι έμαθα από τους φίλους μου μετά κάποια πράγματα που δε τα πίστευα ότι μπορεί να τα έχω προκαλέσει άθελά μου, πχ. μία φίλη μου έκανε συνεδρίες 1,5 χρόνο με ψυχολόγο επειδή αρρώστησα. Μία άλλη φίλη μου είχε τάξει να φοράει μαύρα μέχρι να γίνω καλά, ήταν σοκαριστικό για μένα ότι άθελά μου προκλήθηκε όλο αυτό. Για κάποιους είμαι σημείο αναφοράς και μου έλεγαν "αν πάθεις εσύ κάτι τι θα γίνει"; Οπότε ψυχολογικά δε βοηθήθηκα πάρα πολύ…

 

Αν.Με: Όταν ήσουν μόνη σου, όταν ξάπλωνες, τι σκεφτόσουν, τι κουβέντιαζες με τον εαυτό σου;;

Ε.Σ: Η νύχτα να ξέρεις ήταν μία πάρα πολύ καλή παρέα, γιατί τη μέρα ασχολιόμουν με τη δουλειά, το να κάνω εμετό, να μιλάω στο τηλέφωνο, να μπαίνω στο facebook και το βράδυ έμενα με το Ευάκι...Πολλές φορές μου έλεγα καλά λόγια, "καλά τα κατάφερες και σήμερα, μια χαρά προσπάθεια έκανες". Προσπαθούσα ό,τι φόβο είχα να τον κάνω ελπίδα, υπήρχαν σενάρια που σκεφτόμουν "αν φύγω από τη ζωή τι θα κάνω το παιδί μου, να κάνω μία διαθήκη, να της αφήσω το σπίτι, μη το εκμεταλλευτεί κανένας άλλος που είναι ανήλικο, πόσο τυχερή είμαι που έχω αυτές τις κουνιάδες που θα την αναλάβουν”, τέτοια ήταν τα σενάριά μου. Από την άλλη έλεγα "ωραία αυτά που λες, τα εξασφάλισες, γιατί να μη κάνεις όνειρα; Γιατί να μη πεις “να γίνω καλά, να πάω με το παιδί μου ένα ταξίδι; Να έχεις έναν άνθρωπο στο πλευρό σου; Να πας να ψωνίσεις; Να αλλάξεις κούρεμα; Γιατί να σκέφτεσαι μόνο το κακό σενάριο”; Έκανα μεγάλη προσπάθεια, πίεζα τον εαυτό μου να κάνει αυτό το πράγμα, όπως πίεζα τον εαυτό μου να βγαίνει και έξω. Υπήρχαν στιγμές που ήμουν αδύναμη αλλά υπήρχαν άνθρωποι πρόθυμοι που μπορούσαν να έρθουν και να με πάρουν με το αυτοκίνητο, να με πάνε μία βόλτα και να με γυρίσουν. Οπότε το έβαλα μέσα στη θεραπεία μου. Όπως έπινα τα χάπια μου έβαλα και το γεγονός ότι θα έρθει κάποιος θα με πάει μία βόλτα και θα με γυρίσει. Μετά την βόλτα την έκανα καφέ, μετά την έκανα φαγητό, όχι σε μεγάλη συχνότητα γιατί είχαμε και τον κορωνοϊό αλλά ήθελα να κρατήσω την ψυχολογία μου σε ένα τέτοιο επίπεδο και το έκανα σα θεραπεία. Όπως είναι υποχρεωτικό το χάπι που πίνω τρεις φορές τη μέρα, έτσι είναι υποχρεωτική και η βόλτα μου δύο φορές την εβδομάδα.

 

Αν.Με: Πως διαχειρίστηκες το παιδί σου;

Ε.Σ: Το πιο δύσκολο και το πιο επώδυνο κομμάτι ήταν που έπρεπε να πω στο παιδί μου την αλήθεια. Το παιδί μου ήταν τότε 10,5 ετών. Της είπα ότι η μαμά έχει καρκίνο και ότι θα το ξεπεράσουμε και ότι υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που το έχουν αυτό το πράγμα και ότι κάποιοι έχουν φύγει από τη ζωή, κάποιοι όμως τα έχουν καταφέρει, ότι εγώ έχω ένα καρκίνο που θα τα καταφέρω. Ήταν το κατά συνθήκη ψέμα που έπρεπε να της πω αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Έπιανα τον εαυτό μου να κάνω πράγματα για εκείνη που ήταν πάνω από την ηλικία της. Παράδειγμα, της έδινα τη χρεωστική κάρτα και πήγαινε για ψώνια, έμαθε το PIN, έμαθε το ΑΜΚΑ της, έφερα πιο κοντά τον πρώην σύζυγό μου μαζί της, βγαίναμε όλοι μαζί - κάτι που δε συνηθίζαμε. Η οικογένεια του συζύγου μου ήταν πολύ κοντά μου σε αυτό που πέρναγα κι αυτό ήταν πολύ σημαντικό γιατί ένιωθα αν κάτι πάθαινα ότι το παιδί μου έχει κι άλλους ανθρώπους να ακουμπήσει. Εμένα ο αδελφός μου μένει στον Έβρο κι αν πάθαινα κάτι, οι γονείς μου ίσως λόγω της απώλειας του παιδιού τους να μην ήταν τόσο "ενεργοί". Οι σκέψεις μου ήταν πολύ σκληρές αλλά ταυτόχρονα πραγματικές. Σκεφτόμουν ότι κάτι πρέπει να κάνω, ό,τι περνάει από το χέρι μου κι αυτό που σκεφτόμουν να κάνω είναι να είμαι πολύ συνεπής, να μη παρεκκλίνω καθόλου και ταυτόχρονα να μη χάσω πράγματα από την καθημερινότητά μου, όσο μπορώ, γιατί στην καθημερινότητά μου ήταν μέσα η κόρη μου. Συνέχισα να δουλεύω, γιατί είχα αυτή την πολυτέλεια να δουλεύω από το σπίτι, κι έβλεπα ότι το παιδί μου είχε μία μαμά που υπήρχαν στιγμές που ήμουν στο κρεβάτι  αλλά δούλευε, τη μάλωνε, πηγαίναμε για ψώνια κάποιες φορές μαζί, πηγαίναμε για φαγητό αλλά όχι στη συχνότητα που τα κάναμε στην καθημερινότητά μας. Μέχρι να της δώσω να καταλάβει ότι ο καρκίνος της μαμάς δεν είναι και τόσο επικίνδυνος. Μεγαλώνοντας όμως άκουγε ειδήσεις, έβλεπε από το ίντερνετ πράγματα και μάθαινε για κάποιους ανθρώπους που είχαν φύγει από τον καρκίνο όπως ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης (Ολυμπιονίκης ΤΑΕ ΚΒΟ ΝΤΟ), ο Σταμάτης Κόκοτας (τραγουδιστής), δύο άνθρωποι που έφυγαν κοντά χρονικά και της έκανε εντύπωση, ειδικά για τον Νικολαΐδη που ήταν και αθλητής (υγιής) άρα (έκανε το συνειρμό) ότι “κι εσύ μπορεί να φύγεις μαμά”. Της εξήγησα πάλι ότι ο κάθε καρκίνος για τον κάθε άνθρωπο είναι πολύ διαφορετικό και ότι “ναι φεύγουν άνθρωποι από τη ζωή, ότι και η μαμά θα μπορούσε να είχε φύγει αλλά δεν έγινε αυτό το πράγμα και ότι όταν μας συμβαίνει κάτι κακό πρέπει να μάθουμε να το αντιμετωπίζουμε κάνοντας θετικές σκέψεις”. Ομολογώ ότι ωρίμασε πάρα πολύ για την ηλικία της, είναι τώρα ένα παιδί που από 12 χρονών πχ. ήξερε τι τυρί παίρνουμε στο super market, αυτό την έκανε πιο ανεξάρτητη. Όταν έβλεπε τη μάνα μου να κλαίει της έλεγε από ένα σημείο και μετά "θετική σκέψη, η μαμά θα γίνει καλά"! Είναι ένα παιδί σήμερα τόσο ώριμο...Πολλές φορές νομίζεις ότι δεν είναι 14,5 αλλά 17! Τώρα μάλιστα έχει μπει στη διαδικασία να μου βρει παρέα. Να βρω έναν καλό άνθρωπο, να έχω σύντροφο. “Δε θέλω εγώ να βγαίνω και να περνάω καλά με τις φίλες μου κι εσύ να είσαι μόνη στο σπίτι, θέλω να βρεις ένα σύντροφο γιατί σου αξίζει”. Με θεωρεί δυναμική, θέλει να μου μοιάσει, με flexάρει στις φίλες της (που λένε και τα παιδιά), οι φίλες της μου κάνουν αιτήματα φιλίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης αυτό που με εντυπωσίασε πάρα πολύ είναι όταν πήγα να ρωτήσω για την πρόοδό της (λόγω της κατάστασης δεν είχα πολλές φορές την ευκαιρία να το κάνω), ήταν ότι ποτέ δεν χρησιμοποίησε τη δικαιολογία ότι "η μαμά μου έχει καρκίνο ή είχε θεραπεία και σήμερα δε διάβασα". Κάποια στιγμή μία καθηγήτρια με είχε ρωτήσει γιατί τα ματάκια της είναι θλιμμένα κι αν συμβαίνει κάτι στο σπίτι, της εξήγησα και πάθανε όλοι οι καθηγητές σοκ! Έλεγαν όλοι πόσο ήθος και αξιοπρέπεια έχει αυτό το παιδί που ποτέ δε το χρησιμοποίησε ως δικαιολογία. Ένιωσα πολύ περήφανη μαμά με αυτό που άκουσα.

 

Αν.Με: Ποια η άποψή σου για το ελληνικό σύστημα υγείας;

Ε.Σ: Θα σου πω γενικά για το σύστημα που αντιμετωπίζεται ένας καρκινοπαθής. Αντιλαμβάνομαι ότι είμαστε βάρος για το κράτος. Ένας καρκινοπαθής παίρνει πάρα πολλά φάρμακα που κοστίζουν. Ίσως αν δε πήγαινα ιδιωτικά αυτή τη στιγμή να μη τα λέγαμε γιατί θα έπρεπε να περιμένω μία λίστα και όταν θα έρθει η σειρά μου να κάνω τη θεραπεία σε δύσκολες συνθήκες, πολλές φορές δεν υπάρχουν κρεβάτια, και πολλοί κάθονται σε μία καρέκλα και κάνουν τη θεραπεία τους κι αυτό πίστεψέ με είναι πάρα πολύ δύσκολο. Δε φταίει το προσωπικό, το προσωπικό είναι πάρα πολύ λίγο κι επειδή έχω νοσηλευτεί δύο φορές σε δημόσιο νοσοκομείο κάνοντας το χειρουργείο μου, καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες. Είναι πολύ λίγο το προσωπικό για να κάνουν τη δουλειά που κάνουν διότι όταν εγώ πχ. κάθε μισή ώρα πατάω το κουμπί για να έρθει κάποιος γιατί έχει τελειώσει ο ένας ορός και πρέπει να μου ετοιμάσει άλλον ορό, γιατί πρέπει να πάρω το χάπι μου, πώς θα προλάβουν αυτοί οι άνθρωποι; Είναι δύσκολο. Πάμε τώρα στο θέμα της συνταξιοδότησης. Αυτή τη στιγμή είμαι συνταξιούχος, έχω περάσει ΚΕΠΑ (Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας) και μου έχει βγάλει αναπηρία 80%. Το εισόδημά μου είναι 525 ευρώ το μήνα για έναν άνθρωπο που ακόμα δεν είναι ικανός να κάνει κάποια δουλειά κι έχει κι ένα ανήλικο παιδί. Αν δεν είχα δικό μου σπίτι τι θα γινότανε; Και κάπου εδώ να πω ότι δουλεύω εδώ και 20 χρόνια με ένσημα. Τα χρήματα νομίζω είναι πάρα πολύ λίγα για κάτι το οποίο δεν επιλέξαμε στη ζωή μας να το έχουμε και υπάρχει η ανάγκη να ζήσουμε και η ανάγκη να προσφέρουμε είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που είχαμε πιο νέοι. Δηλαδή εγώ τώρα που καθάρισα και θέλω λίγο να σταθώ στα πόδια μου έχω την ανάγκη να προσφέρω, να μελετήσω, να μάθω καινούρια πράγματα γιατί ένας άνθρωπος που φεύγει από αυτόν τον εφιάλτη είναι σα να ξαναγεννιέται. Εγώ αυτή τη στιγμή πλησιάζω τα 50, τελειώνει το ΚΕΠΑ μου τον Μάρτη του 2024, εάν δε κάνω νωρίτερα τα χαρτιά μου γιατί έχω κάνει και δεύτερο χειρουργείο οπότε δικαιούμαι και πάλι ΚΕΠΑ, θα μείνω ανασφάλιστη. Εγώ να ψάξω να βρω δουλειά, ποιος θα πάρει μία γυναίκα που θα είναι κοντά στα 50 και πρώην καρκινοπαθής; Δε πρέπει να υπάρξουν κάποια κίνητρα για τον εργοδότη; Ο εργοδότης σωστά θα σκεφτεί "κι αν μου ξαναρρωστήσει εγώ τι θα κάνω;" Πως θα ζήσουμε λοιπόν εμείς που έχουμε πίσω μας οικογένεια, παιδιά; Να υπάρξει μία μέριμνα ώστε αυτοί οι άνθρωποι να μπορέσουν να επιβιώσουν με αξιοπρέπεια και να μην είναι ζητιάνοι ξαφνικά επειδή αρρώστησαν.

 

Αν.Με: Υπάρχει Θεός;

Ε.Σ: Εγώ πάντα πίστευα αλλά μέσα από αυτή την περιπέτεια που πέρασα γίναν και κάποια πράγματα που είναι χαρακτηριστικά. Ήρθε στη ζωή μου ο Άγιος Σάββας όπου ήταν ένας Άγιος που δε τον είχα επικαλεστεί ποτέ μου απλά ήξερα ότι υπήρχε και δεν ήξερα ότι είναι και ο προστάτης των καρκινοπαθών. Αυτό έγινε μέσω ονείρου μίας κοπέλας που δεν είχαμε επαφή επί της ουσίας, λέγαμε ένα "χρόνια πολλά" μόνο και ξαφνικά με είδε στον ύπνο της. Ήταν λέει και μία άλλη κοπέλα μαζί μας και κράταγε μία φωτογραφία ενός άντρα κι έλεγε από κάτω "Σάββας" κι έλεγε "εμένα αυτός με έκανε καλά". Με ρωτάει μία μέρα “είσαι καλά”; Δεν ήξερε τι μου συμβαίνει, εκεί παθαίνω ένα σοκ. Μαθαίνω λοιπόν ότι ο Άγιος Σάββας έχει μοναστήρι στην Κάλυμνο και είπα ότι κάποια στιγμή θα το επισκεφτώ. Ο γιατρός που με χειρούργησε (που είναι κι εκείνος από την Κάλυμνο) επικαλέστηκε τον Άγιο Σάββα. Στην πορεία γνωρίζω δύο αδέλφια όπου γίναμε φίλοι. Αφού έκανα κάποιες εξετάσεις και βγήκανε καλές, μου κάνουνε δώρο, χωρίς να το ξέρω, εισιτήρια και διαμονή στην Κάλυμνο! Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι δεν υπάρχει Θεός ή όπως και να το λέει κάποιος, μία θεία δύναμη, μία δύναμη πάνω από εμάς που μας δίνει δύναμη και μας βοηθάει, απλά εγώ το είδα και πολύ ζωντανά. Όλα αυτά εδώ τα κομποσκοίνια (μου δείχνει το χέρι της), δε ξέρω αν έχω αγοράσει 1-2. Είναι άνθρωποι που μου τα έχουν στείλει, διαβασμένα στο όνομά μου, αυτό το πορτοκαλί μου το έδωσε ο γιατρός μου από την Κάλυμνο. Οπότε ναι, υπάρχει Θεός και όσοι πιστεύουν στο Θεό να τον επικαλούνται και να ζητάνε πράγματα αλλά να μη ξεχνάνε και να τον ευχαριστούν και να νιώθουν ευγνωμοσύνη. Η ευγνωμοσύνη για μένα είναι φανταστικό συναίσθημα, με κάνει να νιώθω γεμάτη, με κάνει να νιώθω θετικά και με κάνει πάντα να θυμάμαι ότι υπάρχει ελπίδα για το αύριο.

 

Αν.Με: Έχει αλλάξει η κοσμοθεωρία σου;

Ε.Σ: Ναι, έχει αλλάξει η κοσμοθεωρία μου κυρίως όσον αφορά εμένα. Με αγαπώ, γιατί παλιά δε με αγαπούσα, με σεβόμουνα. Ήμουν η καλή μαμά ή η καλή εργαζόμενη, η καλή κόρη, η καλή θεία, δε μου έκανα χατίρια όμως. Δε με επιβράβευα, δε με φρόντιζα ώστε να είμαι καλά ψυχολογικά, τώρα το κάνω. Μπαίνω πολύ πιο εύκολα και στα παπούτσια του άλλου, ίσως να είναι και η ενσυναίσθηση που νιώθω ότι απέκτησα, μπορώ να καταλάβω πολύ καλά τον άλλο. Αν βοηθούσα κάποιους ανθρώπους μία φορά, τώρα το κάνω πιο πολύ και με πιο μεγάλη ευκολία. Πρέπει να βοηθάμε τους ανθρώπους, είναι πολύ σημαντικό! Η ψυχολογία ενός ανθρώπους έχει σχέση με τη βοήθεια που λαμβάνει. Δεν είναι ανάγκη να είναι υλική, είναι μία καλή κουβέντα, ένα όμορφο μήνυμα, ένα δώρο (όχι μεγάλης αξίας), δυο καλά λόγια, μία αγκαλιά. Είναι βοήθεια όλα αυτά. Ίσα να καταλαβαίνει ο άλλος ότι τα κάνεις με την καρδιά σου, επειδή θες, όχι επειδή τον λυπάσαι ή γιατί βρίσκεται σε μία θέση δύσκολή. Το κάνεις γιατί εσύ θες να το εκφράσεις αυτό στο άλλο άτομο.

 

Αν.Με: Στο άκουσμα ότι πλέον είσαι καλά, τι σκέφτεσαι; Τι νιώθεις; Περιγράφεται αυτό;

Ε.Σ: Αυτό που θέλω να φτιάξω στον εαυτό μου είναι να διαχειρίζεται τα καλά νέα. Επειδή υπάρχει αυτός ο φόβος που σου είπα πριν που με κρατάει, πάντα θέλω τον φόβο να τον κάνω ελπίδα. Είμαι σε μία φάση που θέλω να κάνω την αναγέννησή μου. Γύρισαν και μου είπαν οι γιατροί ότι δε παρατηρείται τίποτα, ούτε μία εστία, είναι σα να είμαι καινούρια! Οπότε θεωρώ ότι πρέπει να δομήσω τον εαυτό μου ξανά, να ξαναγεννηθώ, να αποκτήσω καινούριες εμπειρίες, συνήθειες, να είμαι καλά εγώ για να είναι καλά το παιδί μου και οι γύρω μου. Είναι πολύ σημαντικό να είμαστε εμείς καλά και μετά θα είναι καλά και οι γύρω μας. Το σκεφτόμουν και με ένα παραλληλισμό, έχεις ταξιδέψει με αεροπλάνο, σωστά; Όταν λοιπόν σου δίνουν τις οδηγίες και σου μιλάνε για τη μάσκα οξυγόνου σου λένε ότι πρώτα τη βάζουν οι γονείς και μετά τη βάζουν στα παιδιά, δεν είναι τυχαίο αυτό. Αν ένας γονέας χάσει την αίσθησή του, δε μπορεί να βοηθήσει το παιδί του. Είναι μία σκέψη που έκανα πηγαίνοντας στην Κάλυμνο. Άρα λοιπόν για να είναι καλά το παιδί μου (που το θέλω πάνω από όλα αυτό) πρέπει να είμαι εγώ καλά..

 

Αν.Με: Τι είναι η ζωή;

Ι.Β: Η ζωή είναι μία όμορφη διαδρομή, δε της αξίζει κάτι λιγότερο από αυτό. Πρέπει να είναι μία όμορφη διαδρομή. Πρέπει να έχουμε στόχο για να κάνουμε αυτή την όμορφη διαδρομή κι αν έχουμε εμπόδια πρέπει να φεύγουν αλλιώς δε θα φτάσουμε στο στόχο μας αλλιώς, δε θα φτάσουμε ποτέ σε αυτόν. Είναι μία όμορφη διαδρομή, δε ξέρουμε που φτάνει, ούτε πόσο κρατάει. Είναι ο ήλιος, είναι τα χαμόγελα, είναι η αγάπη, όλα τα άλλα θέλω να πιστεύω ότι είναι εμπόδια. Το πρόβλημα είναι η ασθένεια μόνο, όλα τα υπόλοιπα είναι προβληματισμοί. Η ζωή είναι όμορφη, είναι μία όμορφη διαδρομή.

 

Αν.Με: Ποια είναι η άποψή σου για το θάνατο; Η περιπέτειά σου άλλαξε την αντίληψή σου για αυτόν;

Ε.Σ: Ο θάνατος δεν έχει καμία επίπτωση για αυτόν που πεθαίνει. Έχει επίπτωση στους άλλους. Όπως είπα πριν, φοβόμουν τις επιπτώσεις αν πεθάνω για το παιδί μου, δε φοβάμαι το θάνατο, φοβάμαι τις αρρώστιες. Αυτός που πεθαίνει δε καταλαβαίνει κάτι.

 

Αν.Με: Είσαι ένα τρανό παράδειγμα ότι αντιμετωπίζεται αυτή η ασθένεια. Είναι όντως έτσι; Εσύ από μέρους σου, πέραν της ιατρικής, πώς την αντιμετώπισες;

Ε.Σ: Πιστεύω ότι ο καρκίνος έχει φάσεις που αντιμετωπίζεται και φάσεις που δεν αντιμετωπίζεται. Ήμουν από τις περιπτώσεις που θεωρητικά δεν αντιμετωπιζόταν. Συντελούν πολλοί παράγοντες σε αυτό. Η ιατρική, όπως είπες, με τις θεραπείες, τις μεταστάσεις, είναι η ψυχολογία, είναι σημαντικό να μη τα παρατάμε και είναι και η θεία δύναμη. Όλα αυτά συντελούν για να πεις “ναι ο καρκίνος νικιέται”. Αν πεις “ναι έπαθα καρκίνο και θα πεθάνω”, δε θα ζήσεις. Εγώ έλεγα ότι δε μου κάνει αυτό το σενάριο και θα το αλλάξω. Σέβομαι όσους διαλέγουν να ζήσουν ποιοτικά, δηλαδή να κάνουν ότι μπορούν στο χρονικό διάστημα που τους δίνουν, πχ. ταξίδια ή ότι άλλο, κι όχι θεραπείες. Το σκέφτηκα κι αυτό, δε στο κρύβω, αλλά σκέφτηκα ότι δε θα δώσω καμία ευκαιρία στον εαυτό μου να το ξεπεράσει. Οπότε είναι αυτό που έλεγα, ο στόχος, πρέπει να έχω στόχο! Όλα αυτά συνέβαλαν να πω ότι ναι, τον νίκησα! Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να το νικήσουν αυτό το πράγμα. Ξέρω ότι η λέξει καρκίνος ίσον θάνατος, το καταλαβαίνω, δε χρυσώνω κανένα χάπι αλλά αν δε δώσουμε τη μάχη μας, θα τη χάσουμε!

 

Αν.Με: Αν μπορούσες να πραγματοποιήσεις μια σου ευχή ποια θα ήταν αυτή;

Ε.Σ: Θα πω κάτι γενικό, όχι προσωπικό, να χαμογελάμε! Αν χαμογελάμε είμαστε καλά και ψυχικά και οργανικά. Όχι να γελάμε απλά, να χαμογελάμε! Το χαμόγελο βγαίνει από την ψυχή, το γέλιο είναι κάτι στιγμιαίο πχ. ακούμε ένα αστείο. Να χαμογελάμε!

 

Αν.Με: Σε φοβίζει κάτι;

Ε.Σ: Η αρρώστια μόνο, οποιαδήποτε κι αν είναι. Όταν δεν ορίζεις τον εαυτό σου, είναι φοβιστικό!

 

Αν.Με: Ποια είναι τα όνειρά σου;

Ε.Σ: Να δω το παιδί μου να μεγαλώνει, να την παντρέψω, να είμαι δίπλα της, να τη δω να σπουδάζει, οτιδήποτε την κάνει ευτυχισμένη. Θέλω να κάνω κάποια σεμινάρια ψυχολογίας και ψυχικής υγείας, είναι κάτι που με ενδιαφέρει πάρα πολύ, να ταξιδέψω, να γνωρίσω καινούρια πράγματα, να έχω τους ανθρώπους μου δίπλα μου υγιείς. Επίσης θα ήθελα να δημιουργήσω ένα δίκτυο που θα εξυπηρετεί τους καρκινοπαθείς στις καθημερινές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, πχ. τη μεταφορά τους από και προς το νοσοκομείο, την αγορά των φαρμάκων τους, τα ψώνια τους, τις δουλειές του σπιτιού κ.α.

Αν.Με: Τι τίτλο θα έβαζες στη ζωή σου και τι σε αυτή τη συνέντευξη;

Ε.Σ: Ωραία ερώτηση, δύσκολη, η πιο δύσκολη που μου έχεις κάνει! Δε το είχα σκεφτεί ποτέ! Στη συνέντευξη θα έδινα τίτλο "Ζωή και ελπίδα" ή "Ελπίδα και ζωή", όπως θέλεις γιατί μιλάμε για τις δυσκολίες τις ζωής και για το ότι υπάρχει ελπίδα για κάτι καλύτερο κι όσον αφορά τη ζωή μου...πω...πω...δε ξέρω, μάλλον δεν είναι ώρα να βάλω ακόμα!

 

Αν.Με: Τι θα έλεγες σε όσους δίνουν αυτή τη μάχη;

Ε.Σ: Παιδιά μη τα παρατάτε, είναι πολύ σημαντικό! Μπορεί να μπείτε σε αυτή τη διαδικασία, να μη μπορείτε να φάτε, να ανοίξετε τα μάτια σας, να μιλήσετε, όλα αυτά, αλλά μη τα παρατάτε γιατί ακυρώνεται τον αγώνα που ήδη έχετε δώσει! Κι αν δε δώσετε τη μάχη αυτή δε ξέρετε αν θα κερδίσετε ή αν θα χάσετε. Μη παρατάτε τίποτα! Το όπλο μας είναι αυτό, η θέλησή μας για ζωή!

 

Αν.Με: Τι θα συμβούλευες όσους διαβάζουν τώρα τη συνέντευξη αυτή;

Ε.Σ: Υπάρχει ελπίδα, ελπίδα που είναι πραγματικότητα! Ίσως και εγώ, πριν 4 χρόνια αν μου λέγαν ότι υπάρχει αυτό να μη το πίστευα. Αλλά υπάρχει, υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που έχουν δώσει αυτή τη μάχη και υπάρχουν και ζουν και συνεχίζουν τη ζωή τους κανονικά!

 

Αν.Με: Εύη σε ευχαριστώ! Σου εύχομαι από καρδιάς να μπήκε τελεία σε αυτή την περιπέτεια και να χαρείς τη ζωή σου όπως εσύ θες!

 

Όση ώρα μου περιέγραφε τα όσα βίωσε, σκεφτόμουν πόση δύναμη έχει μέσα του ο άνθρωπος, μιλούσε σα να συζητούσαμε το οποιοδήποτε απλό θέμα. Πέραν της τεράστιας περιπέτειας που πέρασε/περνάει, η Εύη μας περιέγραψε τη δοκιμασία των ανθρώπινων σχέσεων, το πώς το ελληνικό σύστημα υγείας διαχειρίζεται τους καρκινοπαθείς, την τυχαιότητα των πραγμάτων, το θαύμα της ζωής. Η Εύη είναι μία μαχήτρια της ζωής που ευτύχισα να γνωρίσω. Υπήρξαν πολλοί, υπάρχουν πολλοί και θα υπάρξουν κι άλλοι. Ας είναι το παράδειγμα, όχι μόνο για το πώς αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες αλλά για το πώς είναι αυτό το ταξίδι.

 

Τη συνέντευξη την αφιερώνω σε όσους έδωσαν και σε όσους δίνουν το μεγάλο αγώνα για ζωή!

 

Πίνακας: Gustav Klimt “Hope I” – “Η ελπίδα Ι

 

Δεπάστας Χαράλαμπος

Κοινωνικός Λειτουργός
MSc "Επαγγελματικής και Περιβαλλοντικής Υγείας - 
Διαχείρισης και Οικονομικής Αποτίμησης"

Επικοινωνία: anisihesmeres@gmail.com
Blog: 
http://depastascharalampos.blogspot.gr/
Like us on Facebook:
Ανήσυχες Μέρες (Page)
Follow us on Twitter: Depastas Charalampos
@anisihesmeres


Σχόλια